Το Μνημείο που ράγισε την πολιτική ισορροπία

Οκτώβριος 27, 2025 - 12:10
 0
Το Μνημείο που ράγισε την πολιτική ισορροπία

Η κυβέρνηση επιχείρησε να επιβάλει την ηρεμία με μια απλή τροπολογία. Επιδίωξε να βάλει τέλος σε μια μακρά περίοδο αμφισβήτησης, θορύβου και συμβολικών καταλήψεων στο πιο ιερό σημείο της Πλατείας Συντάγματος: μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη. Αντί όμως για νηνεμία, άνοιξε ένα νέο, βαρύτερο κεφάλαιο πολιτικής έντασης. Η προσπάθεια να αποκατασταθεί «ο σεβασμός στο εθνικό σύμβολο» εξελίχθηκε σε σύγκρουση για το ποιος έχει δικαίωμα να ορίζει τη μνήμη, ποιος ελέγχει τον δημόσιο χώρο και ποιος ερμηνεύει τον πατριωτισμό.

Ο αρχικός σχεδιασμός ήταν απλός: η τροπολογία, με την οποία η ευθύνη διαχείρισης του Μνημείου μεταφέρεται στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, θα έκλεινε οριστικά μια υπόθεση που, κατά την κυβέρνηση, είχε ξεφύγει. Όμως, η δημόσια συζήτηση μετατράπηκε γρήγορα σε πολιτική δοκιμασία. Η κοινή γνώμη χωρίστηκε στα δύο, αποτυπώνοντας μια βαθύτερη κοινωνική ρωγμή: από τη μία όσοι θεωρούν αυτονόητο ότι τα εθνικά μνημεία πρέπει να μένουν αλώβητα, κι από την άλλη εκείνοι που πιστεύουν πως η μνήμη δεν φυλάσσεται με αστυνομικά μέτρα.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιλέγοντας να σηκώσει προσωπικά τη συζήτηση, υπερασπίστηκε τη ρύθμιση όχι ως τεχνικό ζήτημα αρμοδιοτήτων αλλά ως πράξη εθνικού καθήκοντος. «Σε καμία άλλη χώρα δεν θα γινόταν τέτοια συζήτηση», είπε στη Βουλή, δείχνοντας ότι βλέπει πίσω από τη διαμάχη μια ευρύτερη κρίση πολιτισμού και σεβασμού προς τα σύμβολα. Για το Μέγαρο Μαξίμου, το μήνυμα είναι σαφές: ο νόμος και η μνήμη πρέπει να συνυπάρχουν, και το κράτος οφείλει να αποτρέψει τη μετατροπή ενός χώρου εθνικής τιμής σε σκηνή διαμαρτυρίας.

Η αντιπολίτευση απάντησε με κατηγορίες για αυταρχισμό και επικοινωνιακή χειραγώγηση. Θεώρησε την πρωτοβουλία ως απόπειρα αλλαγής ατζέντας, ένα θεαματικό βήμα που αποσκοπεί να ικανοποιήσει το πιο συντηρητικό τμήμα του εκλογικού σώματος. «Κλείνει το μάτι στην ακροδεξιά», είπαν οι αντίπαλοι, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να αναδείξει τη νομιμότητα ως υποκατάστατο της ευαισθησίας. Ο δημόσιος διάλογος, αντί να ηρεμήσει, πήρε φωτιά.

Την κατάσταση περιέπλεξε ακόμη περισσότερο η απουσία του υπουργού Άμυνας από τη συζήτηση στη Βουλή και η μεταγενέστερη δημόσια αντιπαράθεση με τον Δήμο Αθηναίων. Ο Νίκος Δένδιας ανέλαβε να εφαρμόσει τη νέα ρύθμιση, καλώντας τον Δήμαρχο Χάρη Δούκα σε συνεργασία για τη διαχείριση του μνημείου. Η απάντηση του δημάρχου ήταν κοφτή και πολιτικά αιχμηρή: «Από σήμερα η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά στην κυβέρνηση. Καλή τους τύχη». Ήταν μια δήλωση που φανέρωσε το χάσμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στην κεντρική εξουσία και την αυτοδιοίκηση — ένα χάσμα που η κυβέρνηση προσπάθησε να γεφυρώσει, ανακοινώνοντας ότι θα αναθέσει προσωρινά την καθαριότητα του μνημείου σε ιδιώτη. Η επιλογή αυτή, όμως, αντί να κατευνάσει τα πνεύματα, άναψε νέα φωτιά, καθώς ο Δήμος απάντησε με προαναγγελία δικαστικής προσφυγής.

Η ουσία της αντιπαράθεσης βρίσκεται αλλού: στο πώς μια κοινωνία αντιμετωπίζει το συλλογικό της τραύμα. Οι συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών, που με κόκκινη μπογιά έγραψαν τα ονόματα των παιδιών τους στα σκαλιά του μνημείου, δεν αναζητούσαν πολιτικό συμβολισμό, αλλά δημόσια δικαίωση. Η κυβέρνηση, ωστόσο, βλέπει σε αυτές τις πράξεις μια ανεξέλεγκτη οικειοποίηση ενός εθνικού συμβόλου. Όταν η τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη της Νέας Δημοκρατίας δήλωσε ότι «τα ονόματα κάποια στιγμή θα σβήσουν», μιλώντας για την αποκατάσταση του μνημείου στην αρχική του μορφή, πολλοί το εξέλαβαν ως δήλωση ωμού πραγματισμού. Για άλλους, όμως, ήταν μια φράση που ενσάρκωσε τη βούληση να επιβληθεί η τάξη ακόμη και πάνω στο πένθος.

Ο Πάνος Ρούτσις, πατέρας ενός από τα θύματα των Τεμπών, απάντησε με τη δική του πράξη: δήλωσε ότι θα βρίσκεται κάθε βράδυ στο Σύνταγμα για να μην επιτραπεί να σβηστούν τα ονόματα. Στο πρόσωπό του η πολιτική σύγκρουση αποκτά ανθρώπινο βάθος. Δεν είναι απλώς μια διαφωνία περί αρμοδιοτήτων, αλλά μια μάχη για τη νοηματοδότηση της μνήμης. Από τη μια η κρατική επιθυμία για «κανονικότητα», από την άλλη η αδυναμία των πολιτών να αποδεχθούν τη λήθη ως μέρος της κανονικότητας.

Η κυβέρνηση, πάντως, δείχνει αποφασισμένη να εφαρμόσει τον νόμο χωρίς παρεκκλίσεις. Οι αστυνομικές δυνάμεις βρίσκονται σε αυξημένη επιφυλακή ενόψει των παρελάσεων, με σαφείς οδηγίες: καμία χρήση βίας, καμία υπερβολή, αλλά και καμία ανοχή σε παραβίαση του μνημείου. Στην πρώτη γραμμή θα σταθούν οι δυνάμεις της ΟΔΟΣ, χωρίς οπλισμό, και γύρω από την εξέδρα των επισήμων θα αναπτυχθούν οι μονάδες των ΜΑΤ. Ο στόχος είναι να αποτραπεί κάθε σκηνή έντασης, να σταλεί το μήνυμα ότι το κράτος ελέγχει το δημόσιο χώρο — με ηρεμία, αλλά με πλήρη αποφασιστικότητα.

Το πολιτικό διακύβευμα, ωστόσο, ξεπερνά το ίδιο το μνημείο. Η σύγκρουση αυτή λειτουργεί σαν καθρέφτης της ελληνικής κοινωνίας. Από τη μία, μια κυβέρνηση που προβάλλει την ανάγκη θεσμικής πειθαρχίας, από την άλλη μια κοινωνία που κουβαλά την αίσθηση της αδικίας και της ατιμωρησίας. Στο σταυροδρόμι αυτό, ο Άγνωστος Στρατιώτης παύει να είναι ανώνυμος — γίνεται πεδίο όπου συγκρούονται δύο οπτικές του κράτους: το κράτος της τάξης και το κράτος της ενσυναίσθησης.

Καθώς πλησιάζουν η 28η Οκτωβρίου, το Πολυτεχνείο και η επέτειος της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, η τροπολογία αυτή θα δοκιμαστεί όχι στα άρθρα του ΦΕΚ, αλλά στην πράξη. Αν μπορέσει να εφαρμοστεί χωρίς ακρότητες και χωρίς προσβολές, θα θεωρηθεί επιτυχία. Αν όμως η εφαρμογή της προκαλέσει νέες συγκρούσεις, θα μετατραπεί σε σύμβολο αλαζονείας.

Ποια είναι η αντίδρασή σας;

Μου αρέσει Μου αρέσει 0
Μη Αγαπημένο Μη Αγαπημένο 0
Αγάπη Αγάπη 0
Αστείο Αστείο 0
Θυμωμένος Θυμωμένος 0
Λυπημένος Λυπημένος 0
Ουάου Ουάου 0