Το πρώτο «χωριό για άτομα με άνοια» στον κόσμο

Οκτώβριος 27, 2025 - 08:45
 0
Το πρώτο «χωριό για άτομα με άνοια» στον κόσμο

Στην άκρη του Άμστερνταμ, υπάρχει ένα μέρος που μοιάζει περισσότερο με κινηματογραφικό σκηνικό παρά με μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων. Δρόμοι με δέντρα και ποδηλάτες, μικρά σπίτια με κήπους, καφενεία, σούπερ μάρκετ, ακόμα και μια παμπ. Κι όμως, όλοι οι κάτοικοι του Hogeweyk πάσχουν από άνοια. Ζουν όμως μια ζωή όσο πιο κοντά γίνεται στην κανονικότητα — όχι σε θαλάμους, αλλά σε σπίτια, όχι υπό επιτήρηση, αλλά μέσα στην καθημερινότητα. Η ιδέα γεννήθηκε από την Ιβόν φαν Άμερονγκεν, μια γυναίκα που είχε περάσει χρόνια σε γηροκομεία, βλέποντας το βλέμμα της μοναξιάς σε ανθρώπους που είχαν σταματήσει να νιώθουν «σπίτι». «Δεν ήθελαν να ζουν σε θάλαμο», θυμάται. «Ήθελαν να μυρίζουν το φαγητό τους, να ανοίγουν το ψυγείο τους, να ακούν το βραστήρα να σφυρίζει». Από αυτή τη φράση ξεπήδησε μια επαναστατική ιδέα: ένα χωριό που να μοιάζει με ζωή, όχι με ίδρυμα. Το Hogeweyk άνοιξε τις πύλες του το 2009. Διαθέτει 27 κατοικίες, καθεμία με έξι έως επτά ενοίκους. Οι ομάδες σχηματίζονται με βάση κοινές εμπειρίες — δάσκαλοι, εργάτες, καλλιτέχνες, νοικοκυρές. Κοινότητες μικρές, γνώριμες, με ανθρώπους που μοιράζονται μια νοοτροπία ζωής.

Στους δρόμους του χωριού οι κάτοικοι κυκλοφορούν ελεύθερα. Πάνε στο κομμωτήριο, ψωνίζουν στο παντοπωλείο, πίνουν καφέ. Το προσωπικό υπάρχει παντού, αλλά σχεδόν δεν φαίνεται — ντυμένοι ως πωλητές, μάγειρες, υπάλληλοι, συντηρούν τη ροή της ζωής χωρίς να την παγώνουν. Η φροντίδα είναι 24ωρη, αλλά δεν μοιάζει με φροντίδα· μοιάζει με συνύπαρξη. Η φιλοσοφία είναι απλή και ριζοσπαστική: όχι «ζωή με την άνοια», αλλά «ζωή παρά την άνοια». Το Hogeweyk δεν προσπαθεί να κρύψει την ασθένεια — την αγκαλιάζει. Οι κάτοικοι συμμετέχουν σε δραστηριότητες, δημιουργούν, χαμογελούν. Δεν ορίζονται από τη διάγνωσή τους, αλλά από όσα συνεχίζουν να αγαπούν.

Τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά. Οι ερευνητές καταγράφουν βελτίωση στη διάθεση, τη φυσική κατάσταση και τη γνωστική λειτουργία των κατοίκων. Τα φάρμακα μειώνονται, η επιθετικότητα υποχωρεί, ενώ οι επισκέπτες αναφέρουν μια διάχυτη αίσθηση γαλήνης. Το χωριό δεν είναι «θεραπεία» — είναι τρόπος ζωής που αποκαθιστά την αίσθηση ταυτότητας. Η επιτυχία του μοντέλου ενέπνευσε χώρες σε όλο τον κόσμο. Στη Γερμανία, τον Καναδά, την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ ξεφυτρώνουν τα λεγόμενα “χωριά μνήμης”, εμπνευσμένα από το ολλανδικό παράδειγμα. Η ιδέα δεν είναι να φτιάξουν αντίγραφα, αλλά να επαναπροσδιορίσουν την έννοια της φροντίδας.

Σε έναν κόσμο όπου η άνοια εξελίσσεται σε παγκόσμια επιδημία —με τους πάσχοντες να αναμένεται να διπλασιαστούν έως το 2050— το Hogeweyk δείχνει έναν άλλον δρόμο: της ανθρωπιάς, της φαντασίας και του σεβασμού. Δεν υπόσχεται ίαση, αλλά ποιότητα ζωής. Δεν εξαλείφει τη φθορά, αλλά της δίνει αξιοπρέπεια. Ίσως γι’ αυτό, όσοι περνούν από εκεί δεν φεύγουν με λύπη, αλλά με θαυμασμό. Γιατί ανάμεσα στα στενά δρομάκια του χωριού, εκεί όπου ο χρόνος μοιάζει να κυλά πιο αργά, η μνήμη δεν χάνεται — απλώς μεταμορφώνεται σε ζωή.

Τι ονομάζουμε «άνοια»

Ο όρος «άνοια» δεν περιγράφει μία και μόνο ασθένεια. Περιγράφει ένα σύνολο συμπτωμάτων που προκαλούνται όταν διάφορα νοσήματα βλάπτουν ή καταστρέφουν τα κύτταρα του εγκεφάλου. Το πρώτο και πιο χαρακτηριστικό σημάδι είναι η έκπτωση της μνήμης, κυρίως της πρόσφατης μνήμης. Σταδιακά όμως δεν επηρεάζεται μόνο η ικανότητα να θυμάται κανείς, αλλά και άλλες νοητικές λειτουργίες όπως ο προσανατολισμός, η κρίση, η προσοχή, η γλώσσα. Μαζί με αυτά επηρεάζεται και η καθημερινή λειτουργικότητα: δηλαδή η ικανότητα του ανθρώπου να φροντίζει τον εαυτό του, να οργανώνει τις υποχρεώσεις του, να ζει αυτόνομα.

Υπάρχει συχνά σύγχυση ανάμεσα στις λέξεις «άνοια» και «νόσος Αλτσχάιμερ». Η άνοια είναι η γενική «ομπρέλα»: το κλινικό φαινόμενο της προοδευτικής απώλειας νοητικών ικανοτήτων και αυτονομίας. Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι μία συγκεκριμένη αιτία άνοιας και μάλιστα η συχνότερη. Υπολογίζεται ότι πάνω από τις μισές περιπτώσεις άνοιας στους ηλικιωμένους οφείλονται στη νόσο Αλτσχάιμερ. Η δεύτερη πιο συχνή μορφή είναι η αγγειακή άνοια, που σχετίζεται με πολλαπλά εγκεφαλικά επεισόδια – μεγάλα ή μικρά –, τα οποία με τον χρόνο αφήνουν αθροιστική βλάβη στον εγκέφαλο. Υπάρχουν και άλλες, λιγότερο συχνές μορφές, όπως η άνοια με σωμάτια Lewy, η άνοια που εμφανίζεται σε ορισμένους ασθενείς με νόσο Πάρκινσον, καθώς και οι μετωποκροταφικές άνοιες, που πλήττουν κυρίως τα κέντρα συμπεριφοράς και λόγου.

Η απώλεια μνήμης και η φυσιολογική γήρανση

Οι περισσότεροι άνθρωποι όσο μεγαλώνουν διαπιστώνουν ότι δεν θυμούνται ονόματα τόσο γρήγορα, χρειάζονται λίγο περισσότερο χρόνο για να «ανακαλέσουν» ένα ραντεβού ή για να μάθουν κάτι καινούργιο. Αυτό είναι μέρος του φυσιολογικού γήρατος. Ο υγιής ηλικιωμένος μπορεί να δυσκολεύεται λίγο περισσότερο, αλλά τελικά θυμάται και λειτουργεί χωρίς σοβαρά προβλήματα στην καθημερινότητά του. Στην άνοια – και ειδικά στη νόσο Αλτσχάιμερ – η εικόνα είναι διαφορετική. Η μνήμη δεν είναι απλώς πιο «αργή». Είναι διαταραγμένη. Το άτομο ξεχνά επανειλημμένα πρόσφατα γεγονότα, ρωτά τα ίδια πράγματα ξανά και ξανά, χάνει τον ειρμό μιας συζήτησης, μπερδεύεται χρονικά ή χωρικά. Και αυτή η έκπτωση δεν μένει σταθερή: προχωρά. Μαζί της φθείρεται και η ικανότητα οργάνωσης της ζωής, μέχρι που επηρεάζεται η ασφάλεια και η αυτονομία.

Υπάρχουν περιπτώσεις άνοιας που μπορούν να βελτιωθούν;

Οι περισσότεροι τύποι άνοιας είναι προοδευτικοί και μη αναστρέψιμοι. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις όπου τα συμπτώματα που μοιάζουν με άνοια οφείλονται σε κάτι άλλο, δυνητικά αντιμετωπίσιμο. Για παράδειγμα, σοβαρός και αδιάγνωστος υποθυρεοειδισμός μπορεί να προκαλέσει έκπτωση μνήμης και συγκέντρωσης. Έλλειψη συγκεκριμένων βιταμινών ή ιχνοστοιχείων (όπως η σοβαρή έλλειψη βιταμίνης Β12) μπορεί επίσης να οδηγήσει σε νοητική θόλωση. Όγκοι εγκεφάλου ή η τοξική επίδραση ουσιών όπως το αλκοόλ ή κάποια φάρμακα μπορούν να μιμηθούν άνοια. Ακόμη και ψυχιατρικές καταστάσεις, όπως η βαριά κατάθλιψη ή το γενικευμένο άγχος, είναι σε θέση να προκαλέσουν έντονες μνημονικές δυσκολίες και απώλεια ενδιαφέροντος που μοιάζει με άνοια. Η αναγνώριση αυτών των περιπτώσεων έχει τεράστια σημασία, γιατί εάν εντοπιστεί και αντιμετωπιστεί η υποκείμενη αιτία, μπορεί να υπάρξει σαφής βελτίωση της μνήμης και της λειτουργικότητας.

Γιατί έχει τόσο μεγάλη σημασία η έγκαιρη διάγνωση

Η έγκαιρη διάγνωση δεν είναι τυπικό ζήτημα. Είναι κρίσιμη για δύο λόγους: πρώτον, επειδή επιτρέπει την έναρξη θεραπευτικών παρεμβάσεων (φαρμακευτικών και μη) σε στάδιο που αυτές μπορούν να επιβραδύνουν την έκπτωση και να διατηρήσουν την ποιότητα ζωής. Και δεύτερον, επειδή δίνει στον ίδιο τον άνθρωπο και στην οικογένειά του χρόνο. Χρόνο για να ενημερωθούν, να αποδεχτούν τι συμβαίνει, να οργανώσουν πρακτικά και οικονομικά θέματα, να πάρουν αποφάσεις όσο το άτομο έχει ακόμη λόγο και κρίση.

Άνοια πρώιμης έναρξης

Η άνοια δεν είναι αποκλειστικά υπόθεση πολύ μεγάλης ηλικίας. Η μεγάλη πλειονότητα των διαγνώσεων γίνεται μετά τα 65, αλλά υπάρχει και η λεγόμενη άνοια πρώιμης έναρξης. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν περίπου 1 στους 20 ασθενείς με άνοια, δηλαδή άνθρωποι 40 έως 65 ετών. Η πρώιμη άνοια έχει βαρύ κοινωνικό και οικονομικό αποτύπωμα: τα άτομα αυτά βρίσκονται ακόμη σε παραγωγική ηλικία, εργάζονται, στηρίζουν οικονομικά οικογένεια, μπορεί να έχουν ανήλικα παιδιά και δάνεια. Η διάγνωση, λοιπόν, δεν αλλάζει μόνο την υγεία τους. Αναστατώνει ολόκληρη τη ζωή μιας οικογένειας.

Τι είναι η νόσος Αλτσχάιμερ

Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι μια νευροεκφυλιστική πάθηση του εγκεφάλου και αποτελεί τη βασική αιτία άνοιας στους ηλικιωμένους, ευθυνόμενη για περίπου το 50% έως 60% των περιπτώσεων. Η νόσος συνήθως ξεκινά ύπουλα: ο άνθρωπος αρχίζει να χάνει την πρόσφατη μνήμη. Ξεχνά συναντήσεις ή συζητήσεις που έγιναν πριν λίγες ώρες ή λίγες ημέρες. Σταδιακά, όμως, δεν επηρεάζεται μόνο η μνήμη. Επηρεάζονται και άλλες ανώτερες λειτουργίες του εγκεφάλου — η κρίση, η ικανότητα λήψης αποφάσεων, η γλωσσική ευχέρεια, η προσοχή, ο προσανατολισμός στον χώρο και στον χρόνο. Αυτό έχει άμεση αντανάκλαση στη ζωή: δυσκολία να διαχειριστεί κανείς χρήματα, να οδηγήσει με ασφάλεια, να οργανώσει κοινωνικές σχέσεις, να φροντίσει τον εαυτό του.

Με την πάροδο του χρόνου μπορεί να προστεθούν και συμπεριφορικές ή ψυχιατρικές εκδηλώσεις: απάθεια, ευερεθιστότητα ή και επιθετικότητα, ψυχοκινητική ανησυχία (π.χ. συνεχές περπάτημα χωρίς προορισμό), διαταραχές ύπνου και όρεξης, ακόμα και ψευδαισθήσεις ή παραληρητικές ιδέες. Όσο η νόσος εξελίσσεται, το άτομο γίνεται ολοένα πιο εξαρτημένο από τους άλλους στην καθημερινότητα, μέχρι που χρειάζεται συνεχή φροντίδα.

Αν κοιτάξει κανείς τι συμβαίνει βιολογικά στον εγκέφαλο ενός ασθενούς με Αλτσχάιμερ, θα δει δύο βασικά παθολογικά ευρήματα: τις εναποθέσεις β-αμυλοειδούς έξω από τα νευρικά κύτταρα (οι λεγόμενες «γεροντικές πλάκες») και τις παθολογικές συσσωρεύσεις της πρωτεΐνης tau (οι «νευροϊνιδιακοί σχηματισμοί») μέσα στα νευρικά κύτταρα. Αυτές οι αλλοιώσεις εμφανίζονται σε περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη μνήμη και τη σκέψη. Το αποτέλεσμα είναι η σταδιακή φθορά και τελικά ο θάνατος των νευρικών κυττάρων. Ο εγκέφαλος χάνει όγκο — αυτό που οι γιατροί περιγράφουν ως «ατροφία».

Πόσο συχνή είναι η άνοια

Η πιθανότητα εμφάνισης άνοιας αυξάνεται έντονα με την ηλικία. Υπολογίζεται ότι περίπου 2 στους 100 ανθρώπους ηλικίας 65 έως 74 ετών ζουν με άνοια. Στην ομάδα 75 έως 84 ετών το ποσοστό ανεβαίνει περίπου στο ένα στα πέντε άτομα. Πάνω από τα 90 έτη, σχεδόν τέσσερις στους δέκα εμφανίζουν εικόνα άνοιας. Με απλά λόγια: όσο αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής του πληθυσμού, τόσο η άνοια παύει να είναι «εξαίρεση» και γίνεται μεγάλη πρόκληση δημόσιας υγείας.

Τα στάδια της άνοιας και η εξέλιξή της

Από τη στιγμή που θα φανούν τα πρώτα σαφή συμπτώματα μέχρι τα τελικά στάδια μπορεί να περάσει, κατά μέσο όρο, μια περίοδος περίπου δώδεκα ετών. Η κλινική πορεία περιγράφεται συνήθως σε τρία βασικά στάδια. Στο αρχικό (ήπιο) στάδιο, οι δυσκολίες είναι εμφανείς αλλά ο άνθρωπος διατηρεί ακόμη αρκετή αυτονομία. Στο μεσαίο στάδιο, η επίπτωση στις καθημερινές δραστηριότητες γίνεται σοβαρή: χρειάζεται επίβλεψη, καθοδήγηση, πρακτική βοήθεια. Στο προχωρημένο στάδιο ο πάσχων είναι πλέον πλήρως εξαρτημένος, δεν μπορεί να επικοινωνήσει ουσιαστικά, περνά μεγάλο μέρος της ημέρας αδρανής ή στο κρεβάτι και χρειάζεται συνεχή φροντίδα.

Οι ακριβείς μηχανισμοί που οδηγούν στη νόσο Αλτσχάιμερ δεν έχουν πλήρως αποσαφηνιστεί. Ωστόσο γνωρίζουμε κάποιους σημαντικούς παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο. Ο πρώτος είναι η ηλικία: όσο μεγαλύτερος είναι κάποιος, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα. Ο δεύτερος είναι η γενετική προδιάθεση. Τα τελευταία χρόνια έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή και σε κάτι ακόμη: τους λεγόμενους αγγειακούς παράγοντες κινδύνου. Παθήσεις όπως η υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η υψηλή χοληστερόλη, η παχυσαρκία και το κάπνισμα δεν επηρεάζουν μόνο την καρδιά και τα αγγεία, αλλά φαίνεται να επιβαρύνουν και τον εγκέφαλο και να αυξάνουν τον κίνδυνο άνοιας. Η καλή ρύθμισή τους (δηλαδή έλεγχος της πίεσης, του σακχάρου, του σωματικού βάρους, διακοπή καπνίσματος) θεωρείται σήμερα προστατευτική και για την καρδιά και για τον εγκέφαλο.

Είναι κληρονομική η νόσος Αλτσχάιμερ;

Η απάντηση είναι πιο σύνθετη απ’ ό,τι νομίζουμε. Υπάρχει μια σπάνια μορφή Αλτσχάιμερ που ονομάζεται «οικογενής». Εκεί εντοπίζονται συγκεκριμένες γονιδιακές μεταλλάξεις που κληρονομούνται και μπορούν να προκαλέσουν τη νόσο σε πολύ νεαρή ηλικία, ακόμη και στα 50, στα 40 ή — σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις — στα 30 χρόνια. Αυτή η μορφή αφορά λιγότερο από το 2% όλων των ασθενών. Η συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων είναι η «σποραδική» μορφή, που εμφανίζεται μετά τα 65. Σε αυτή τη μορφή, η γενετική προδιάθεση παίζει ρόλο αλλά όχι απόλυτο. Δηλαδή: αν ένας γονιός έχει Αλτσχάιμερ, ο κίνδυνος για το παιδί είναι πράγματι αυξημένος σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό — περίπου τρεις έως τέσσερις φορές υψηλότερος για τους συγγενείς πρώτου βαθμού — αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι προδιαγεγραμμένο ότι θα νοσήσει. Σημαίνει απλώς ότι ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος από το μέσο όρο. Επιπλέον, πολλοί γενετικοί παράγοντες που σχετίζονται με τη συχνή «σποραδική» μορφή δεν είναι πλήρως κατανοητοί ούτε αποτελούν στόχο πρόληψης σήμερα.

Είναι η νόσος Αλτσχάιμερ τελικά θανατηφόρα;

Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι προοδευτική και στο τελικό της στάδιο οδηγεί στον θάνατο. Στην αρχή, η βλάβη περιορίζεται κυρίως σε περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη μνήμη και την επεξεργασία πληροφοριών. Με τον καιρό όμως η παθολογική διαδικασία εξαπλώνεται και σε άλλες περιοχές, επηρεάζοντας βασικές λειτουργίες, κίνηση, ομιλία, κατάποση. Η προσωπικότητα διαλύεται, η επικοινωνία χάνεται, ο άνθρωπος καθηλώνεται στο κρεβάτι, και η τελική κατάληξη προκύπτει συχνά από επιπλοκές όπως λοιμώξεις.

Στα ειδικά Ιατρεία Μνήμης και Άνοιας, όπου υπάρχει εξειδικευμένη ομάδα, η διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ μπορεί να γίνει με πολύ υψηλό βαθμό ακρίβειας, που φτάνει περίπου το 95%. Η διαδικασία δεν είναι ένα «γρήγορο τεστ μνήμης». Περιλαμβάνει λεπτομερή κλινική εξέταση (νευρολογική και ψυχιατρική), λήψη ιστορικού από τον ίδιο τον ασθενή και το περιβάλλον του, αιματολογικές και βιοχημικές εξετάσεις, απεικόνιση του εγκεφάλου (π.χ. μαγνητική τομογραφία), σε ορισμένες περιπτώσεις ανάλυση εγκεφαλονωτιαίου υγρού για ειδικούς βιοδείκτες, και όπου χρειάζεται γενετικό έλεγχο. Πολύ σημαντικές είναι και οι νευροψυχολογικές δοκιμασίες, δηλαδή εξειδικευμένα τεστ που αξιολογούν με δομημένο τρόπο τη μνήμη, τον λόγο, την προσοχή, την ικανότητα οργάνωσης. Τα ίδια αυτά τεστ βοηθούν και στην παρακολούθηση της εξέλιξης με την πάροδο του χρόνου.

Υπάρχει θεραπεία;

Δεν υπάρχει μέχρι σήμερα οριστική θεραπεία που να σταματά ή να αναστρέφει πλήρως τη νόσο Αλτσχάιμερ. Ωστόσο υπάρχουν φάρμακα που μπορούν να προσφέρουν ουσιαστικό όφελος, ιδιαίτερα όταν ξεκινούν νωρίς στην πορεία της νόσου. Οι αναστολείς της ακετυλοχολινεστεράσης (όπως η δονεπεζίλη, η ριβαστιγμίνη και η γκαλανταμίνη) στοχεύουν στα συμπτώματα, στηρίζουν για μεγαλύτερο διάστημα τη μνήμη και τις νοητικές λειτουργίες και έτσι βοηθούν τον ασθενή να διατηρήσει την ποιότητα ζωής και την ανεξαρτησία του για περισσότερο χρόνο. Για πιο προχωρημένα στάδια χρησιμοποιείται η μεμαντίνη, που δρα με διαφορετικό μηχανισμό και στοχεύει κυρίως στη συμπεριφορά και στη λειτουργικότητα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται και άλλα φαρμακευτικά σχήματα για τα λεγόμενα «νευροψυχιατρικά συμπτώματα»: την κατάθλιψη, την ανησυχία, την επιθετικότητα, την αϋπνία. Η αντιμετώπισή τους δεν έχει μόνο στόχο τον ίδιο τον ασθενή, αλλά και την ανακούφιση των ανθρώπων που τον φροντίζουν.

Μπορεί να βοηθήσει κάτι πέρα από τα φάρμακα;

Ναι, και μάλιστα αυτό θεωρείται πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της φροντίδας. Μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις εφαρμόζονται κυρίως στα αρχικά και ενδιάμεσα στάδια και στοχεύουν στο να διατηρεί ο άνθρωπος όσο το δυνατόν περισσότερη αυτονομία, πρωτοβουλία και αξιοπρέπεια. Τέτοιες παρεμβάσεις περιλαμβάνουν ασκήσεις νοητικής ενδυνάμωσης (δηλαδή δραστηριότητες που «γυμνάζουν» μνήμη, προσοχή, γλώσσα), λογοθεραπεία, εργοθεραπεία, θεραπευτικές δραστηριότητες που αξιοποιούν την τέχνη και τη δημιουργικότητα, καθώς και προγράμματα σωματικής άσκησης. Τα τελευταία χρόνια μπαίνουν δυναμικά και οι ψηφιακές πλατφόρμες: εφαρμογές σε υπολογιστή, tablet ή κινητό που προσφέρουν παιχνίδια-ασκήσεις μνήμης και σκέψης, προσαρμοσμένα στο επίπεδο του κάθε χρήστη. Ο στόχος αυτών των προγραμμάτων δεν είναι να «θεραπεύσουν» τη νόσο, αλλά να κρατήσουν ενεργό τον εγκέφαλο, να ενισχύσουν την αίσθηση συμμετοχής και να καθυστερήσουν την απώλεια λειτουργικότητας.

Η άνοια δεν είναι μόνο ζήτημα μνήμης. Σχεδόν όλοι οι ασθενείς, κάποια στιγμή στην πορεία της νόσου, θα εμφανίσουν και συμπεριφορικά ή ψυχολογικά συμπτώματα. Αυτά μπορεί να έρθουν σε κύκλους — περίοδοι έξαρσης και ύφεσης, με συχνές υποτροπές. Συνηθισμένες εκδηλώσεις είναι η επιθετικότητα, η έντονη ευερεθιστότητα ή αντίθετα μια βαθιά απάθεια. Μπορεί να εμφανιστεί αδικαιολόγητη ανησυχία και συνεχής κινητικότητα, περιπλάνηση χωρίς σκοπό, αίσθηση ότι «κάτι κακό συμβαίνει» (παραληρητικές ιδέες) ή ψευδαισθήσεις, όπως να βλέπει ή να ακούει πράγματα που δεν υπάρχουν. Συχνές είναι και οι διαταραχές του ύπνου: αϋπνία τη νύχτα και υπνηλία την ημέρα, πλήρης αναστροφή νύχτας-ημέρας. Μερικές φορές παρατηρείται και απώλεια κοινωνικών φρένων, δηλαδή συμπεριφορές που σε άλλη φάση της ζωής το άτομο δεν θα θεωρούσε αποδεκτές.

Αυτά τα συμπτώματα δεν δυσκολεύουν μόνο τον πάσχοντα. Επιβαρύνουν εξαντλητικά τους φροντιστές, οι οποίοι καλούνται να διαχειριστούν συναισθηματική ένταση, σωματική κούραση και συχνά ενοχές. Είναι επίσης ένας από τους βασικούς λόγους που οι οικογένειες αναγκάζονται να αναζητήσουν ιδρυματική φροντίδα, κάτι που αυξάνει σημαντικά το κόστος και αλλάζει ριζικά τη ζωή όλων των εμπλεκομένων. Η διαχείριση αυτών των συμπτωμάτων απαιτεί συστηματική παρακολούθηση από γιατρό. Υπάρχουν μη φαρμακευτικές τεχνικές για την καθησύχαση, την οργάνωση του περιβάλλοντος, τη μείωση των ερεθισμάτων που προκαλούν εκνευρισμό. Όμως πολύ συχνά χρειάζεται και φαρμακευτική υποστήριξη, προσεκτικά προσαρμοσμένη στον συγκεκριμένο άνθρωπο, ώστε να προστατεύεται η ασφάλεια, η αξιοπρέπεια και η ποιότητα ζωής, τόσο του ασθενούς όσο και της οικογένειας.

Ποια είναι η αντίδρασή σας;

Μου αρέσει Μου αρέσει 0
Μη Αγαπημένο Μη Αγαπημένο 0
Αγάπη Αγάπη 0
Αστείο Αστείο 0
Θυμωμένος Θυμωμένος 0
Λυπημένος Λυπημένος 0
Ουάου Ουάου 0