Τα κρητικά κάλαντα του μετώπου: Όταν η Πρωτοχρονιά αντηχούσε μέσα στα χαρακώματα
Ανάμεσα σε σκηνές, όπλα και χαρακώματα, εκεί όπου η καθημερινότητα καθοριζόταν από τον πόλεμο, ακούστηκαν κάποτε κάλαντα. Όχι παιδικές φωνές σε γειτονιές, αλλά στίχοι γραμμένοι από έναν εθελοντή στρατιώτη και ψαλμένοι από Κρητικούς στο μέτωπο των Βαλκανικών Πολέμων. Κάλαντα που μιλούσαν για τη λευτεριά, για μια Ελλάδα που άλλαζε σύνορα, για την πίστη ότι ακόμη και μέσα στη φρίκη του πολέμου υπήρχε χώρος για μνήμη και ελπίδα. «Άγιος Βασίλης έρχεται από τα νέα μέρη, που λευτερώθηκ’ η Ελλάς με του Θεού το χέρι. Κι αντί εικόνα και χαρτί που βάσταναν άλλους χρόνους, τώρα κρατεί της λευτεριάς χρυσούς ανθούς και κλώνους». Οι στίχοι αυτοί αποτελούν μέρος των πρωτοχρονιάτικων κρητικών καλάντων του μετώπου, ενός σπάνιου ιστορικού και λαογραφικού τεκμηρίου που παρέμεινε άγνωστο για 113 χρόνια. Το υλικό εντοπίστηκε στο αρχείο του Δημητρίου Τσαγκαράκη (1885–1967), εμβληματικού δασκάλου του Δημοτικού Σχολείου Θραψανού, ο οποίος συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους, τραυματίστηκε, έλαβε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αργότερα στη Μικρασιατική Εκστρατεία.
Ο Τσαγκαράκης, πέρα από την πολεμική του διαδρομή, κατέγραψε τη δεκαετία του 1920 δύο διαφορετικές παραλλαγές των συγκεκριμένων καλάντων, όπως τα θυμόταν από τα χρόνια του μετώπου. Το αρχείο του διατηρείται σήμερα από την εγγονή του, η οποία εντόπισε μέσα σε αυτόν τον «θησαυρό» τις χειρόγραφες καταγραφές. Σύμφωνα με την ιστορική τεκμηρίωση, τα Χριστούγεννα του 1912 και η Πρωτοχρονιά του 1913 βρήκαν Κρητικούς στρατιώτες στο μέτωπο του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Εκεί, μέσα σε συνθήκες αβεβαιότητας και συνεχούς κινδύνου, τραγουδούσαν πρωτοχρονιάτικα κάλαντα με στίχους γραμμένους από έναν εθελοντή στρατιώτη από το Θραψανό. Τα κάλαντα αυτά δεν λειτουργούσαν ως εορταστική ανάπαυλα, αλλά ως πράξη συλλογικής μνήμης και εθνικής πίστης. Ιδιαίτερη συγκίνηση προκάλεσε το γεγονός ότι τα κάλαντα ακούστηκαν ξανά φέτος, όταν μαθητές της Στ΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου τα έψαλαν σε τοπικούς φορείς, δίνοντας φωνή σε μια ξεχασμένη ιστορική στιγμή.
Το ιστορικό πλαίσιο είναι καθοριστικό. Τον Σεπτέμβριο του 1912 η Ελλάδα κήρυξε επιστράτευση ενόψει του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Αντίστοιχη κινητοποίηση πραγματοποιήθηκε και στην Κρήτη, με τη συμμετοχή όσων είχαν υπηρετήσει στην Κρητική Πολιτοφυλακή. Παρά τις απαγορεύσεις των Εγγυητριών Δυνάμεων της Κρητικής Πολιτείας, που περιπολούσαν τα λιμάνια για να εμποδίσουν την αναχώρηση των Κρητών, οι στρατιώτες επιβιβάστηκαν νύχτα σε ελληνικά πλοία και έφτασαν στον Πειραιά. Οι πρώτοι Κρητικοί αποβιβάστηκαν στις 4 Οκτωβρίου 1912 και συγκρότησαν το 1ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών. Το Τάγμα αυτό είχε την τιμή να εισέλθει πρώτο και να συμβάλει καθοριστικά στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, στις 26 Οκτωβρίου 1912. Το τίμημα, ωστόσο, υπήρξε βαρύ: ο διοικητής σκοτώθηκε, τρεις από τους τέσσερις λοχαγούς έπεσαν στο πεδίο της μάχης, ενώ από τους περίπου 1.000 άνδρες του Τάγματος, μόλις 50 έμειναν σώοι μετά το τέλος των μαχών. Μέσα σε αυτό το ιστορικό βάρος, τα κρητικά κάλαντα του μετώπου δεν αποτελούν απλώς ένα λαογραφικό εύρημα. Είναι ζωντανή μαρτυρία του τρόπου με τον οποίο η παράδοση, η πίστη και η ελπίδα συνόδευαν τους Κρητικούς στρατιώτες ακόμη και στις πιο σκοτεινές στιγμές του πολέμου — ως λόγος παρηγοριάς, τιμής και προσμονής για τη λευτεριά.
Πρωτοχρονιάτικα Κρητικά Κάλαντα- Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913 (Α)
(παρατίθενται όπως καταγράφηκαν)
Άγιος Βασίλης έρχεται από τα νέα μέρη
που λευτερώθηκ’η Ελλάς με του Θεού το χέρι.
Κι αντί εικόνα και χαρτί που βάσταν’άλλους χρόνους
τώρα κρατεί τση λευτεριάς χρυσούς ανθούς και κλώνους.
Και στο δεξί χέρι κρατεί Ελληνική σημαία
Αη Βασίλη κάθισε να μας ε πεις τα νέα.
Στον τόπο όπου γύρισα κι όπου κι αν πήγα είδα
είχ΄η σκλαβιά τη λευτεριά δεμένη μ’αλυσίδα.
Είδα σκαμμένα χώματα και με μικρά πετράδια
μαύρους και φτωχικούς σταυρούς απάνω είχαν στημένα
κι ονόματα παλικαριών απάνω είχαν γραμμένα.
Κι άκουσε μέσα από τη γη χρυσέ μου Αη Βασίλη
αν ερωτήσουν ποιοι’μαστε οι χριστιανοί και φίλοι.
Που πέσαμε στον πόλεμο είμαστ’εδώ θαμμένα
να σώσωμε τ’αδέρφια μας που ήταν σκλαβωμένα.
Μα δεν παραπονούμαστε σε κείνους όπου ζούνε
μόνο τα ορφανά παιδιά πέστε μη λησμονούνε.
Γιατί΄ναι κρίμα κι άδικο τέτοιες άγιες ημέρες
για να πεινούν τα ορφανά οι χήρες κι οι μητέρες.
Του χρόνου να ξανάρθομε μ’υγεία να σας βρούμε
στο σπίτι σας χαρούμενοι πάλι να τραγουδούμε.
Πρωτοχρονιάτικα Κρητικά Κάλαντα- Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913 (Α)
Άγιος Βασίλης έρχεται από τα νέα μέρη
που λευτερώθηκ’ η Ελλάς με του Θεού το χέρι.
Κι αντί εικόνα και χαρτί που βάσταν’ άλλους χρόνους
τώρα κρατεί τση λευτεριάς χρυσούς ανθούς και κλώνους.
Και στο δεξί χέρι κρατεί Ελληνική σημαία
Αη Βασίλη κάθισε να μας ε πεις τα νέα.
Στον τόπο όπου γύρισα κι όπου κι αν πήγα κι είδα
είδα η σκλαβιά τη λευτεριά να δένει μ’ αλυσίδα.
Είδα σκαμμένα χώματα και με μικρά πετράδια
ονόματα παλικαριών εις τους σταυρούς γραμμμένα.
Κι άκουσα μέσα που τη γη χρυσέ Άγιε Βασίλη
αν σε ρωτήσουν ποιοι ’μαστε οι χριστιανοί και φίλοι.
Επέσαμε στον πόλεμο είμαστ’ εδώ θαμμένοι
και σώσαμε τους αδερφούς που ήταν σκλαβωμένοι.
Πέσαμε στη Τζουμαγιά, στο Μπέλλες στο Μπιζάνι.
Και περιμένομε τον καιρό που άγγελος τ’ Υψίστου
θα οδηγήση το στρατό στην πόλη την Αγία
και του Δεσπότη η φωνή ξεμιστική λατρεία.
Λοιπόν κι εσείς οι Χριστιανοί αν είναι ορισμός σας
βοηθάτε τα ορφανά παιδιά όλων των αδερφών σας.
Στο σπίτι όπου ήρθαμε πέτρα να μη ραΐσει
κι ο νοικοκύρης κι η κυρά χρόνια πολλά να ζήσει».
*Αρχείο Δημητρίου Τσαγκαράκη, δασκάλου Δημοτικού Σχολείου Θραψανού
Ποια είναι η αντίδρασή σας;
Μου αρέσει
0
Μη Αγαπημένο
0
Αγάπη
0
Αστείο
0
Θυμωμένος
0
Λυπημένος
0
Ουάου
0