Σενάρια στρατιωτικής εμπλοκής της Ελλάδας στη Γάζα

Δεκ 11, 2025 - 15:10
 0
Σενάρια στρατιωτικής εμπλοκής της Ελλάδας στη Γάζα

Η συζήτηση για το αν η Ελλάδα θα βρεθεί «με στολή» στην επόμενη μέρα της Γάζας έχει πάψει να είναι αφηρημένο ενδεχόμενο. Οι δημόσιες αναφορές του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη στη Ντόχα, στο περιθώριο του Doha Forum, έδειξαν καθαρά ότι η Αθήνα δεν περιορίζεται πια στη ρητορική της ανθρωπιστικής στήριξης, αλλά εξετάζει ενεργό ρόλο στη διεθνή αρχιτεκτονική ασφάλειας που σχεδιάζεται για τον θύλακα μετά την τρέχουσα φάση των συγκρούσεων. Στο επίκεντρο βρίσκεται η πιθανή συμμετοχή της χώρας μας στη Διεθνή Δύναμη Σταθεροποίησης που προβλέπει το αμερικανικό σχέδιο Τραμπ για τη Γάζα, ένα σχέδιο που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τον Νοέμβριο και το οποίο η Ελλάδα στήριξε, θεωρώντας ότι μπορεί να ανοίξει μια χαραμάδα εξόδου από τον φαύλο κύκλο της βίας.

Η προοπτική αυτή δεν συνοδεύεται ακόμη από συγκεκριμένους αριθμούς ή σαφείς επιχειρησιακές παραμέτρους. Δεν έχει αποσαφηνιστεί ποιες χώρες θα συμμετάσχουν, πόσο «βαριά» θα είναι η παρουσία τους στο πεδίο, ούτε ποια ακριβώς εντολή θα έχει η δύναμη ασφαλείας: παρατήρηση, επιτήρηση, αστυνόμευση ή κάτι ενδιάμεσο. Ωστόσο, η Αθήνα θέλει να είναι στο τραπέζι σε όλα τα στάδια, από τον σχεδιασμό μέχρι την υλοποίηση. Η ελληνική διπλωματία επενδύει στο επιχείρημα ότι η χώρα μας διαθέτει σπάνιο πλεονέκτημα: διαύλους εμπιστοσύνης τόσο με το Ισραήλ όσο και με την Παλαιστινιακή Αρχή, κάτι που λίγα κράτη μπορούν να επικαλεστούν.

Αυτό το διπλό κανάλι συνομιλίας δεν είναι απλώς ένα διπλωματικό «καλό βιογραφικό». Συνδέεται με τον ευρύτερο γεωπολιτικό ρόλο που επιδιώκει η Ελλάδα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η συμμετοχή της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, οι σχέσεις της με χώρες όπως η Αίγυπτος και τα κράτη του Κόλπου, αλλά και η σταθερή της τοποθέτηση στο ευρωατλαντικό πλαίσιο, την καθιστούν χρήσιμο παίκτη σε μια περίοδο που η περιοχή μετατρέπεται σε εργαστήριο νέων ισορροπιών. Σε αυτό το πλαίσιο, η Αθήνα δείχνει αποφασισμένη να μην κινείται «αντανακλαστικά» σε σχέση με άλλες χώρες της περιοχής. Η περίπτωση της Τουρκίας, που είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον να συμμετάσχει στη διεθνή δύναμη αλλά προσέκρουσε στην έντονη αντίδραση του Ισραήλ, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς οι γεωπολιτικές αντιθέσεις επηρεάζουν τη σύνθεση της αποστολής.

Την κρισιμότητα της διεθνούς παρουσίας στη Γάζα είχε αναδείξει και η μόνιμη αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ, Αγλαΐα Μπαλτά, επισημαίνοντας ότι η δύναμη που θα εγκατασταθεί στον θύλακα θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, να προστατεύει τους αμάχους και να συμβάλει στην εκπαίδευση της παλαιστινιακής αστυνομίας. Δεν πρόκειται μόνο για ελεγκτική αποστολή· ο στόχος είναι σταδιακά οι ίδιες οι παλαιστινιακές αρχές να αποκτήσουν τη δυνατότητα να ασκούν ασφαλή και θεσμικό έλεγχο στα εδάφη και τα σύνορά τους.

Όλα αυτά, όμως, σχεδιάζονται πάνω σε έναν χάρτη που σήμερα καλύπτεται σχεδόν ολόκληρος από μπάζα. Ο πόλεμος έχει αφήσει πίσω του μια Γάζα που μοιάζει περισσότερο με τομή σε βιβλίο φυσικών καταστροφών παρά με ζωντανό αστικό ιστό. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών, περισσότερο από το 80% των κτιρίων έχει καταστραφεί ή υποστεί σοβαρές ζημιές, οδηγώντας στη δημιουργία περίπου 68 εκατομμυρίων τόνων ερειπίων. Ο αριθμός είναι σχεδόν αδιανόητος: αντιστοιχεί, όπως σημειώνει το UNDP, στο βάρος 186 Empire State Buildings και στη θεωρητική κάλυψη κάθε τετραγωνικού μέτρου του Μανχάταν με 100 κιλά μπάζα.

Στα συντρίμμια αυτά δεν κρύβονται μόνο τα απομεινάρια κτιρίων. Είναι αναμεμειγμένα με χιλιάδες μη εκραγέντα πυρομαχικά, βόμβες, πυραύλους και βλήματα πυροβολικού, τα οποία συνιστούν διαρκή απειλή για τους κατοίκους και για όσους καλούνται να εργαστούν στην απομάκρυνσή τους. Μαζί με αυτά, παραμένουν παγιδευμένα και ανθρώπινα λείψανα, καθώς χιλιάδες νεκροί εξακολουθούν να θεωρούνται αγνοούμενοι κάτω από τα ερείπια. Πρόκειται για μια ζώνη όπου κάθε παρέμβαση είναι ταυτόχρονα πράξη ανοικοδόμησης και επιχείρηση αποναρκοθέτησης.

Το UNDP, που συντονίζει τις πρώτες προσπάθειες απομάκρυνσης ερειπίων, περιγράφει μια διαδικασία που θα διαρκέσει χρόνια και θα κοστίσει πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια, μόνο για να «καθαρίσει» το πεδίο προτού ξεκινήσει ουσιαστικά η ανοικοδόμηση. Σήμερα στη Γάζα λειτουργεί ελάχιστος βαρέος τύπου εξοπλισμός, κατεστραμμένος ή φθαρμένος από τον πόλεμο. Για να επιτευχθεί ο στόχος ενός χρονοδιαγράμματος 5–7 ετών, όπως εκτιμούν οι αρμόδιοι αξιωματούχοι του ΟΗΕ, θα χρειαστεί σημαντική ενίσχυση με φορτηγά, εκσκαφείς, θραυστήρες και άλλα μηχανήματα. Όμως, η είσοδος αυτού του εξοπλισμού εξαρτάται από τις αποφάσεις του Ισραήλ, το οποίο τον αντιμετωπίζει ως υλικό «διπλής χρήσης», φοβούμενο ότι μπορεί να αξιοποιηθεί εκ νέου για στρατιωτικούς σκοπούς, όπως συνέβη με την κατασκευή των υπόγειων τούνελ της Χαμάς.

Την ίδια στιγμή, η καθημερινότητα για τα περίπου δύο εκατομμύρια κατοίκους είναι συνώνυμη με την επιβίωση μέσα σε αντίσκηνα, πρόχειρους καταυλισμούς, πλημμυρισμένους δρόμους και ελλιπείς υποδομές. Το χειμωνιάτικο ψύχος και οι βροχές επιδεινώνουν την υγειονομική κρίση, ενώ η παρουσία μη εκραγέντων πυρομαχικών πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο για παιδιά και ενήλικες. Η ύπαρξη μόνο λίγων εκσκαφέων και φορτωτών στον θύλακα αναγκάζει συχνά τους κατοίκους να προσπαθούν μόνοι τους να ανοίξουν περάσματα στα ερείπια αναζητώντας συγγενείς, προσωπικά αντικείμενα ή απλώς μια ασφαλή διαδρομή για να κινηθούν.

Μέσα σε αυτή τη δυστοπική πραγματικότητα, η συζήτηση για την επόμενη μέρα παίρνει ξεκάθαρα πολιτικο-στρατηγικό χαρακτήρα. Η συνάντηση που αναμένεται να έχουν ο Μπενιαμίν Νετανιάχου και ο Ντόναλντ Τραμπ στις 29 Δεκεμβρίου, όπως ανακοινώθηκε από την ισραηλινή πλευρά, προβάλλεται ως κρίσιμος σταθμός για τη «δεύτερη φάση» του αμερικανικού σχεδίου. Εκεί θα τεθούν ζητήματα όπως η σύνθεση και η εντολή της Διεθνούς Δύναμης Σταθεροποίησης, η μορφή του λεγόμενου «Συμβουλίου Ειρήνης» που θα αναλάβει τη μεταβατική διακυβέρνηση της Γάζας, αλλά και ο ρόλος μιας ανασχηματισμένης Παλαιστινιακής Αρχής στην καθημερινή λειτουργία βασικών υποδομών – από το νερό και το φυσικό αέριο, μέχρι την αποχέτευση και τις υγειονομικές υπηρεσίες.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δηλώνουν, μέσω του πρέσβη τους στον ΟΗΕ, ότι η Χαμάς δεν μπορεί να έχει θέση στην επόμενη φάση, ούτε ως ένοπλη οργάνωση ούτε ως πολιτικός φορέας εξουσίας. Η διεθνής δύναμη δεν θα περιοριστεί, σύμφωνα με το σκεπτικό της Ουάσιγκτον, στην απλή επιτήρηση, αλλά θα έχει εντολή –τουλάχιστον σε επίπεδο κειμένου– να αφοπλίσει τη Χαμάς αν επιχειρήσει να ανασυνταχθεί. Παράλληλα, η Δύση προσδοκά ότι τα κράτη του Κόλπου θα επωμιστούν το μεγαλύτερο κομμάτι του οικονομικού κόστους της ανοικοδόμησης, που ο ΟΗΕ εκτιμά στα 70 δισ. δολάρια, αν και μέχρι στιγμής δεν υπάρχει συμφωνημένο πλαίσιο χρηματοδότησης.

Μέσα σε αυτό το πυκνό διπλωματικό και ανθρωπιστικό πλέγμα, η Ελλάδα καλείται να αποφασίσει τι είδους παρουσία θέλει να έχει. Μια συμμετοχή σε διεθνή δύναμη στη Γάζα, ακόμη και με περιορισμένο αριθμό στελεχών, δεν είναι μια τεχνική κίνηση «ρουτίνας» σαν τις μέχρι σήμερα αποστολές στον Λίβανο ή στα Βαλκάνια. Συνδέεται με ζητήματα ασφάλειας, πολιτικής ταυτότητας, σχέσεων με τον αραβικό κόσμο, αλλά και με την εικόνα της χώρας ως παράγοντα σταθερότητας ή ως προέκτασης των δυτικών σχεδιασμών.

Η ελληνική πολιτική τάξη θα κληθεί αργά ή γρήγορα να τοποθετηθεί ανοιχτά: η συμμετοχή σε μια δύναμη που θα κινείται ανάμεσα σε εκατομμύρια τόνους ερειπίων, μη εκραγέντα πυρομαχικά και μια κοινωνία βαθιά τραυματισμένη, είναι ένα βήμα με τεράστια σημασία και συμβολική και πρακτική. Θα καθορίσει όχι μόνο την εικόνα της Ελλάδας στη Μέση Ανατολή, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η ίδια η ελληνική κοινωνία αντιλαμβάνεται τον ρόλο της χώρας σε έναν κόσμο όπου η γραμμή ανάμεσα στην «ειρήνη» και τη «διαχείριση των πολέμων» γίνεται όλο και πιο θολή.

Ποια είναι η αντίδρασή σας;

Μου αρέσει Μου αρέσει 0
Μη Αγαπημένο Μη Αγαπημένο 0
Αγάπη Αγάπη 0
Αστείο Αστείο 0
Θυμωμένος Θυμωμένος 0
Λυπημένος Λυπημένος 0
Ουάου Ουάου 0