Κίνα πυρηνικά: Πώς το Πεκίνο έγινε υπερδύναμη της ατομικής ενέργειας

Μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία, η Κίνα κατάφερε να κάνει πράξη εκείνο που οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν ούτε με τεχνολογική υπεροχή ούτε με βιομηχανική παράδοση: να χτίσει έναν σύγχρονο, αποδοτικό και φθηνό πυρηνικό στόλο. Όσο οι αμερικανικοί αντιδραστήρες βυθίζονταν σε καθυστερήσεις, ρυθμιστικές παγίδες και υπερβάσεις κόστους, το Πεκίνο επιτάχυνε την παραγωγή του με ρυθμούς που θυμίζουν πολεμική οικονομία. Η διαφορά είναι πλέον μετρήσιμη. Από το 2013 έως το 2025, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατάφεραν να ολοκληρώσουν μόλις δύο νέους αντιδραστήρες – με καθυστέρηση επτά ετών και κόστος 35 δισ. δολαρίων. Την ίδια στιγμή, η Κίνα έχτισε δεκατρείς, έχει άλλους τριάντα τρεις σε εξέλιξη και προγραμματίζει εκατοντάδες έως τα μέσα του αιώνα. Αν δεν υπάρξει δραστική μεταστροφή, ως το 2030 θα ξεπεράσει επισήμως την αμερικανική πυρηνική ισχύ, για πρώτη φορά από το 1951, όταν οι ΗΠΑ παρήγαγαν το πρώτο ηλεκτρικό ρεύμα από σχάση πυρήνων.
Το κινεζικό πείραμα δεν βασίστηκε στην ανακάλυψη νέας τεχνολογίας αλλά στην πειθαρχία της επανάληψης. Ενώ η Δύση πειραματιζόταν με νέους σχεδιασμούς, η Κίνα επέλεξε να κατασκευάζει τους ίδιους τύπους αντιδραστήρων ξανά και ξανά, βελτιώνοντάς τους σταδιακά. Η πολιτική αυτή μείωσε θεαματικά τα κόστη, σταθεροποίησε τα χρονοδιαγράμματα και δημιούργησε έναν εξειδικευμένο κορμό μηχανικών, προμηθευτών και εργολάβων που μετακινούνται ομαδικά από έργο σε έργο.
Παράλληλα, το κινεζικό κράτος εγγυήθηκε φθηνό δανεισμό και σταθερές τιμές αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από τα δίκτυα. Έτσι, οι πυρηνικές εταιρείες δεν εξαρτώνται από την κερδοσκοπία των αγορών ή τις εναλλαγές πολιτικής βούλησης. Οι αντιδραστήρες ολοκληρώνονται μέσα σε πέντε με έξι χρόνια – χρόνος που για τα δυτικά δεδομένα θεωρείται σχεδόν απίθανος.
Στην άλλη πλευρά του Ειρηνικού, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να κουβαλούν την κληρονομιά του Three Mile Island και της γραφειοκρατικής παράλυσης. Οι διαδοχικές αυξήσεις στο κόστος δανεισμού, οι εναλλασσόμενες ρυθμίσεις ασφάλειας και η απώλεια βαριάς βιομηχανικής υποδομής έχουν ουσιαστικά αποψιλώσει την αμερικανική ικανότητα μαζικής κατασκευής. Η χώρα που κάποτε κατασκεύαζε έναν αντιδραστήρα τον χρόνο, χρειάζεται σήμερα πάνω από δέκα. Η αντιπαράθεση Πεκίνου–Ουάσιγκτον για την ενεργειακή πρωτοκαθεδρία ξεπερνά τα τεχνικά όρια και αποκτά στρατηγικό βάθος. Για την αμερικανική ηγεσία, η ενέργεια παραμένει μοχλός εξαγωγικής ισχύος· πετρέλαιο, φυσικό αέριο, LNG. Για την Κίνα, είναι το νέο πεδίο επιρροής, εκεί όπου συνδυάζονται τεχνολογία, επενδύσεις και πολιτική δέσμευση δεκαετιών. Η εξαγωγή πυρηνικών εργοστασίων δημιουργεί σχέσεις εξάρτησης μισού αιώνα – από την εκπαίδευση προσωπικού έως την προμήθεια καυσίμων. Το Πεκίνο το γνωρίζει καλά: ήδη έχει κατασκευάσει έξι αντιδραστήρες στο Πακιστάν, προετοιμάζει έργα στην Αίγυπτο, στη Νιγηρία και στη Νοτιοανατολική Ασία, και διαπραγματεύεται συμφωνίες με κυβερνήσεις που αναζητούν φθηνή, σταθερή ενέργεια χωρίς πολιτικούς όρους από τη Δύση.
Η επιτυχία της Κίνας δεν προέρχεται μόνο από τα κεφάλαια αλλά από την οργάνωση. Η χώρα έχει μάθει να υλοποιεί τεράστια έργα – φράγματα, σιδηροδρόμους υψηλής ταχύτητας, πόλεις ολόκληρες – με σχεδόν στρατιωτική συνέπεια. Η πυρηνική βιομηχανία εντάχθηκε σε αυτό το πλέγμα: κρατικός έλεγχος, επαναληψιμότητα, ταχύτητα λήψης αποφάσεων. Οι άδειες δίνονται μέσα σε εβδομάδες, οι κατασκευές αρχίζουν σχεδόν αμέσως, και η αλυσίδα προμήθειας λειτουργεί χωρίς νομικές εμπλοκές ή πολιτικές παρεμβάσεις. Έτσι, ενώ η Αμερική χρειάζεται πάνω από μια δεκαετία για να ολοκληρώσει δύο αντιδραστήρες, η Κίνα εγκαινιάζει κάθε χρόνο τρεις ή τέσσερις. Και το κάνει στο μισό κόστος ανά παραγόμενη μονάδα ενέργειας.
Στην αρχή, τα κινεζικά σχέδια αντέγραφαν δυτικά πρότυπα: τους αμερικανικούς AP1000 και τους γαλλικούς EPR. Μετά ήρθε η στιγμή της αυτοδυναμίας. Οι μηχανικοί μελέτησαν τα λάθη, τροποποίησαν τα σχέδια, δημιούργησαν εγχώριες αλυσίδες εξαρτημάτων και γεννήθηκε η κινεζική εκδοχή CAP1000, ήδη υπό μαζική παραγωγή. Το επόμενο στάδιο είναι ακόμα πιο φιλόδοξο: αντιδραστήρες τέταρτης γενιάς, που χρησιμοποιούν αέρια ψυκτικά, θερμαίνουν βιομηχανικές εγκαταστάσεις και μπορούν να επαναχρησιμοποιούν καύσιμο ή να λειτουργούν με θόριο. Η Κίνα έχει αρχίσει επίσης επενδύσεις δισεκατομμυρίων στη σύντηξη, τη μορφή ενέργειας που θα αντικαταστήσει οριστικά τα ορυκτά καύσιμα αν κατακτηθεί ποτέ τεχνικά.
Παρά την εκρηκτική πρόοδο, το κινεζικό πρόγραμμα δεν είναι άτρωτο. Το 2021 σημειώθηκε μικρή διαρροή ραδιενέργειας σε μονάδα της Γκουανγκντόνγκ, αναζωπυρώνοντας ανησυχίες για τη διαφάνεια. Το Πεκίνο δεν έχει ακόμη λύσει το πρόβλημα της μόνιμης αποθήκευσης αποβλήτων, ενώ το νερό – κρίσιμο για την ψύξη των αντιδραστήρων – αποτελεί περιορισμένο πόρο στην ενδοχώρα. Επιπλέον, το κοινό μπορεί να δεχθεί την ανάπτυξη όσο όλα λειτουργούν τέλεια· ένα σοβαρό ατύχημα, ωστόσο, θα μπορούσε να φρενάρει την πορεία αυτή για χρόνια. Στην Ουάσιγκτον, η αναγέννηση της πυρηνικής ενέργειας παραμένει σύνθημα μάλλον παρά πραγματικότητα. Η νέα στρατηγική στηρίζεται στον ιδιωτικό τομέα: start-up που αναπτύσσουν μικρούς αρθρωτούς αντιδραστήρες (SMR), οι οποίοι υπόσχονται ευελιξία και χαμηλότερο κόστος.
Εταιρείες τεχνολογίας όπως η Google και η Amazon χρηματοδοτούν πυρηνικά έργα για τα data centers τους, ποντάροντας σε αυτόνομες ενεργειακές πηγές για την εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Όμως τα πρώτα λειτουργικά μοντέλα τοποθετούνται μετά το 2032. Η αμερικανική κυβέρνηση επιχειρεί να μειώσει τη γραφειοκρατία και να διευκολύνει την αδειοδότηση, αλλά οι επενδύσεις παραμένουν αποσπασματικές. Χωρίς κρατική εγγύηση, χωρίς βαριά βιομηχανία παραγωγής εξαρτημάτων και χωρίς ενιαίο σχέδιο, οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να μείνουν έξω από την πυρηνική αγορά του 21ου αιώνα. «Η Κίνα έχει δέκα χρόνια προβάδισμα», προειδοποιούν αναλυτές. «Και όταν πρόκειται για τεχνολογία που χρειάζεται δεκαετίες ωρίμανσης, το χαμένο έδαφος δύσκολα ανακτάται». Η αντιπαράθεση γύρω από την πυρηνική ενέργεια δεν αφορά πια μόνο το ποιος παράγει ρεύμα πιο φθηνά. Αφορά ποιος θα τροφοδοτεί τον πλανήτη και ποιος θα θέτει τους όρους αυτής της εξάρτησης.
Η Κίνα επιδιώκει να κάνει ό,τι έκανε με τα φωτοβολταϊκά και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα: να πάρει μια δυτική ιδέα, να τη βιομηχανοποιήσει και να τη μετατρέψει σε εξαγώγιμη ηγεμονία. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν απαντήσουν με συντονισμένη πολιτική, τεχνολογία και βιομηχανία, ο αιώνας που ξεκίνησε με αμερικανική υπεροχή στον πυρήνα του ατόμου μπορεί να εξελιχθεί σε κινεζικό αιώνα ενέργειας – όχι με εκρήξεις, αλλά με αντιδραστήρες.
Ποια είναι η αντίδρασή σας;






