Έκπτωση
Γράφει η Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
«Είσαι ένας τιποτένιος, ένας άχρηστος, ένα πολιτικό σκουλήκι»
Βουλή των Ελλήνων, 2025
Τα τελευταία χρόνια, η κοινωνική ευαισθησία γύρω από τον σεβασμό, την αποφυγή κακοποιητικών εκφράσεων και την προσοχή στον τρόπο που μιλάμε έχει αυξηθεί αισθητά. Κινήματα, συζητήσεις, εκπαιδευτικές δράσεις και νέες κοινωνικές απαιτήσεις έχουν δημιουργήσει ένα περιβάλλον όπου οι λέξεις σταθμίζονται πλέον προσεκτικά. Κι όμως, την ίδια στιγμή που το λεξιλόγιο εξετάζεται πιο αυστηρά από ποτέ, η ποιότητα της δημόσιας επικοινωνίας φαίνεται να βρίσκεται σε συνεχή υποβάθμιση. Σε τηλεοπτικά πάνελ, σε δημόσιες παρεμβάσεις, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και, δυστυχώς, και στο Κοινοβούλιο, η επιχειρηματολογία συχνά υποκαθίσταται από προσωπικές επιθέσεις. Δεν συζητάμε πια για θέσεις και πολιτικές επιλογές· συζητάμε για «χαρακτήρες», «ιδιοσυγκρασίες», για το ποιος είναι «πιο ηθικός», «πιο θυμωμένος», «πιο δίκαιος». Και συχνά αυτό γίνεται με τρόπο επιθετικό, ειρωνικό ή απαξιωτικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της διολίσθησης ήταν η πρόσφατη τοποθέτηση γνωστής ηθοποιού, η οποία, σε δημόσια συζήτηση, περιέγραψε συνάδελφό της ως άνθρωπο με «ασταθή κλινική ψυχική εικόνα», επικαλούμενη μάλιστα τη δική της μακρόχρονη ψυχοθεραπεία ως επιχείρημα. Ανεξάρτητα από το θέμα για το οποίο εκείνη μιλούσε ή τις θέσεις του καλεσμένου της, η επιλογή να τεθεί η ψυχική υγεία ενός ανθρώπου στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου ως μέσο απαξίωσης είναι βαθιά προβληματική.
Η ψυχική υγεία δεν είναι επιχείρημα, δεν αποτελεί στοιχείο πολιτικής κριτικής και σίγουρα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως «ταμπέλα» προκειμένου να υποβαθμιστεί η άποψη κάποιου. Τέτοιες αναφορές, όχι μόνο ενισχύουν το κοινωνικό στίγμα γύρω από την ψυχοθεραπεία, αλλά και εγκαθιδρύουν ένα επικίνδυνο μοντέλο συζήτησης: αντί να αντικρούουμε επιχειρήματα, επιτιθέμεθα στο πρόσωπο. Και όταν αυτό συμβαίνει από ανθρώπους που κατέχουν δημόσιο λόγο, η επίδραση είναι πολλαπλάσια. Αντίστοιχη φθορά παρατηρείται και στον πολιτικό λόγο. Στα τηλεοπτικά πάνελ, πολιτικά πρόσωπα που υψώνουν διαρκώς το δάχτυλο, μιλούν με τόνο κατηγορίας και ηθικής ανωτερότητας και συχνά συγκρίνουν την Ελλάδα με χώρες «όπου ο πολιτισμός περισσεύει», τελικά καταλήγουν να υπερβαίνουν κάθε όριο ευγένειας και αυτοσυγκράτησης. Η εικόνα αυτή δεν εξυπηρετεί τον διάλογο, τον ακυρώνει πριν καν ξεκινήσει.
Και όταν το ίδιο ύφος μεταφέρεται στη Βουλή, το πρόβλημα δεν είναι απλώς αισθητικό αλλά βαθιά θεσμικό. Η Βουλή είναι ο χώρος όπου λαμβάνονται αποφάσεις που αφορούν τη ζωή όλων μας. Αντί να αποτελεί πρότυπο σοβαρότητας, συχνά θυμίζει τηλεοπτικό πλατό: διακοπές, ειρωνείες, χαρακτηρισμοί, υπερβολές και απουσία της στοιχειώδους αναγνώρισης ότι ο πολιτικός αντίπαλος δεν είναι εχθρός, αλλά συνομιλητής μέσα στο ίδιο δημοκρατικό πλαίσιο. Δεν ισχυριζόμαστε ότι η ευγένεια στον λόγο είναι από μόνη της εγγύηση ορθής πολιτικής πράξης. Η ιστορία έχει δείξει ότι άνθρωποι με άψογο δημόσιο λόγο μπορεί να λάβουν λανθασμένες ή επιβλαβείς αποφάσεις.
Είναι όμως σχεδόν βέβαιο το αντίθετο: όσοι επιλέγουν συστηματικά την απαξίωση, τον σαρκασμό και τη λεκτική επίθεση, δύσκολα μπορούν να επιδείξουν σεβασμό, σύνεση και δικαιοσύνη όταν βρεθούν στη θέση της ευθύνης. Ο τρόπος που μιλάμε δεν είναι απλώς εξωτερική συμπεριφορά, αλλά αντανάκλαση του πώς αντιλαμβανόμαστε τους άλλους. Και αν δεν μπορεί κανείς να δώσει χώρο στον συνομιλητή του, πώς θα δώσει χώρο στον πολίτη; Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι να «μαλακώσει» η πολιτική αντιπαράθεση, αλλά να ωριμάσει. Να επιστρέψει στη βάση της: στη σύγκρουση ιδεών, προγραμμάτων, επιλογών. Όχι στη σύγκρουση προσώπων. Όχι στη ρητορική της απαξίωσης. Η δημοκρατία δεν λειτουργεί με κραυγές, λειτουργεί με λόγο, σκέψη, ακρόαση και διάλογο. Και όσο δεν το απαιτούμε αυτό από τους εκπροσώπους μας, τόσο θα το χάνουμε και από την ίδια την κοινωνία.
Ποια είναι η αντίδρασή σας;
Μου αρέσει
0
Μη Αγαπημένο
0
Αγάπη
0
Αστείο
0
Θυμωμένος
0
Λυπημένος
0
Ουάου
0
