Εκεί που φτερούγισε η ψυχή του Έθνους – Οι Έλληνες αεροπόροι της 28ης Οκτωβρίου 1942 που «πήραν το αίμα τους πίσω»
Ήταν πρωινό της 28ης Οκτωβρίου 1942, μέσα στην καυτή άμμο της λιβυκής ερήμου. Δώδεκα καταδιωκτικά «Χαρικέιν» ετοιμάζονταν να απογειωθούν, ο ήχος των κινητήρων τους σκέπαζε τον ουρανό κι όμως, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως εκείνη η χούφτα Ελλήνων πιλότων — φυγάδων οι περισσότεροι από την κατεχόμενη πατρίδα — θα έγραφε ένα από τα πιο παράτολμα και γενναία κεφάλαια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν η στιγμή που το «Όχι» του 1940 μετατρεπόταν σε πράξη, σε κραυγή τιμής, σε ατσάλινο βλέμμα μέσα στη φωτιά της μάχης.
Ο επισμηναγός Ιωάννης Κέλλας, διοικητής της 335ης Μοίρας Διώξεως, άνθρωπος απλός και σιωπηλός, μα με ψυχή αστραπή, έλεγε στους άνδρες του: «Θέλουμε να πάρουμε το αίμα μας πίσω». Είχε πολεμήσει πάνω από τα βουνά της Ηπείρου και της Αλβανίας, είχε δει τον θάνατο να σέρνεται δίπλα του και όμως δεν σταμάτησε να ζητά δικαίωση. Ήθελε η αποστολή να γίνει στις 28 Οκτωβρίου — για λόγους τιμής, γιατί εκείνη τη μέρα ο λαός του είχε πει το μεγάλο «Όχι». Το ιταλικό στρατηγείο δυτικά του Ελ Αλαμέιν ήταν ισχυρά οχυρωμένο, πνιγμένο στα αντιαεροπορικά. Οι Βρετανοί χαρακτήρισαν την επιχείρηση «αυτοκτονία». Ο Κέλλας, όμως, δεν λογάριαζε τίποτα. «Αν δεν μου το επιτρέψετε, θα πάω μόνος μου», φέρεται να είπε. Κι όταν του δόθηκε τελικά η άδεια, απογειώθηκε μαζί με τους άνδρες του, πλαισιωμένος από τη νεοζηλανδική 274 Μοίρα.
Τα αεροσκάφη πετούσαν χαμηλά, σχεδόν αγγίζοντας τη γη. Η έρημος άστραφτε από τις λάμψεις των αντιαεροπορικών, ο ουρανός γέμιζε τροχιοδεικτικά, μα οι Έλληνες δεν λύγιζαν. Ο Κέλλας, ο Παναγόπουλος, ο Βουτσινάς, ο Καρταλαμάκης, ο Ξύδης — ονόματα χαραγμένα πια στην ιστορία — χτυπούσαν ό,τι έφερε το σήμα του Άξονα: αποθήκες, φορτηγά, αντιαεροπορικές θέσεις, ντεπόζιτα καυσίμων. «Δεν υπήρχε ούτε ένα αεροπλάνο χωρίς σημάδια από σφαίρες», θα θυμόταν χρόνια αργότερα ο πτέραρχος Γεώργιος Πλειώνης. «Κοιταζόμασταν και λέγαμε: ζούμε ακόμη». Ο αιφνιδιασμός είχε χαθεί, μα όχι η ψυχή. Μέσα από καταιγισμό πυρών, τα «Χαρικέιν» έπαιρναν το αίμα τους πίσω — για τα καμένα χωριά, τους εκτελεσμένους, τη σκλαβωμένη Ελλάδα. Ο Κέλλας, ο «πρώτος αετός της ερήμου», οδήγησε τους άνδρες του μέσα από τον καπνό και την άμμο με ψυχραιμία και ακρίβεια. Επτά ιταλικά φορτηγά καταστράφηκαν, μαζί με σκηνές, πολυβολεία και ένα γερμανικό «Ju-87».
Η επιστροφή ήταν θρίαμβος και πληγή μαζί. Ορισμένοι τραυματίστηκαν, άλλοι γύρισαν με φτερά τρυπημένα από σφαίρες, ένας έκανε αναγκαστική προσγείωση. Και όμως, κανείς δεν υποχώρησε. Την επόμενη ημέρα, τα συμμαχικά ραδιόφωνα εξυμνούσαν την ελληνική Μοίρα. «Αυθάδεις Έλληνες», έλεγε ειρωνικά η ιταλική προπαγάνδα — κι όμως, εκείνη η «αυθάδεια» ήταν η ίδια η ψυχή του Έθνους. Ο επισμηναγός Κέλλας δεν υπήρξε άνθρωπος των μεγάλων λόγων. Ήταν στρατιώτης του χρέους. Δεν κραύγαζε, δεν επιδείκνυε. Μα εκεί, μέσα στην έρημο, έδειξε τι σημαίνει ελληνική καρδιά: να ορμάς ενώ ξέρεις πως ίσως δεν επιστρέψεις, να πετάς όχι για τη δόξα, αλλά για την τιμή της πατρίδας σου.
Η επιδρομή στο Ελ Αλαμέιν δεν ήταν απλώς μια στρατιωτική επιτυχία. Ήταν μια πράξη εθνικής μνήμης και συνέχειας — το ίδιο αίμα που κύλησε στην Πίνδο, στις Θερμοπύλες, στο Αρκάδι. Ήταν μια υπόμνηση ότι η ελευθερία δεν χαρίζεται, κερδίζεται με θάρρος, πείσμα και πίστη. Σήμερα, που οι αξίες θολώνουν και η μνήμη εξασθενεί, το παράδειγμα αυτών των αεροπόρων λάμπει ακόμη, σαν φλόγα που δεν σβήνει. Γιατί το Έθνος δεν είναι μόνο παρελθόν· είναι η συνεχής απόφαση να σταθείς όρθιος — ακόμη κι όταν όλοι οι άλλοι σου λένε πως δεν έχει νόημα. Και εκεί, πάνω από την άμμο της ερήμου, η Ελλάδα στάθηκε όρθια.
Ποια είναι η αντίδρασή σας;
Μου αρέσει
0
Μη Αγαπημένο
0
Αγάπη
0
Αστείο
0
Θυμωμένος
0
Λυπημένος
0
Ουάου
0