Ποιος καθαρίζει τον Άγνωστο Στρατιώτη;
Καθώς η κυβέρνηση επιχειρεί να επιβάλει ένα νέο καθεστώς «προστασίας» γύρω από το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, ο πιο φορτισμένος συμβολικά δημόσιος χώρος της χώρας μετατρέπεται σε πεδίο ανοιχτής θεσμικής τριβής. Αυτό που ξεκίνησε ως μια τροπολογία για την «αποκατάσταση του σεβασμού» και την αποτροπή επεισοδίων, έχει εξελιχθεί μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα σε μια σκληρή, σχεδόν προσωπική αντιπαράθεση ανάμεσα στον υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Δένδια και τον δήμαρχο Αθηναίων Χάρη Δούκα, με φόντο όχι μόνο τα ζητήματα ασφαλείας, αλλά και την απολύτως πρακτική –και πολιτικά δηλητηριασμένη– ερώτηση: ποιος είναι υπεύθυνος μέχρι και για την καθαριότητα του μνημείου.
Η κυβέρνηση έφερε και ψήφισε τροπολογία που θεσπίζει ειδικό καθεστώς για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Με αυτήν, ο χώρος μπροστά στο μνημείο αναγορεύεται σε «απόλυτα προστατευόμενο σημείο τιμής και εθνικής μνήμης», με περιορισμούς στις συναθροίσεις, στην πρόσβαση και στη χρήση του. Η ΕΛ.ΑΣ. αναλαμβάνει πλέον ρητά την ευθύνη για την τάξη και την αποτροπή συγκεντρώσεων, ώστε να μη μετατραπεί ξανά ο Άγνωστος Στρατιώτης σε σκηνικό πολιτικών διαμαρτυριών, όπως συνέβη σε προηγούμενες κινητοποιήσεις για τα Τέμπη ή τις φοιτητικές πορείες. Παράλληλα, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας παρουσιάστηκε ως ο θεσμικός «εγγυητής» της εικόνας και της αξιοπρέπειας του μνημείου, με αρμοδιότητα –όπως διατυπώθηκε– για τη «συντήρηση, φροντίδα και ανάδειξη» του χώρου.
Επικοινωνιακά, η κίνηση αυτή εμφανίστηκε από το Μέγαρο Μαξίμου ως μια θεσμικά σκληρή, αλλά αναγκαία απάντηση: το κράτος προστατεύει τον συμβολικό χώρο τιμής των πεσόντων, αποτρέπει σκηνές έντασης μπροστά στη Βουλή και αποκαθιστά μια αίσθηση ότι «αυτό εδώ δεν είναι πλατεία διαμαρτυρίας ούτε χώρος για πανό». Η ίδια η παρουσία του Νίκου Δένδια, ενός υπουργού που το κυβερνητικό σύστημα θέλει να προβάλλει ως ψύχραιμο και θεσμικά σοβαρό, φαινόταν να δίνει βαρύτητα στο αφήγημα: το Άμυνας, κι όχι ο εκάστοτε δήμαρχος, αναλαμβάνει να διασφαλίσει ότι το μνημείο θα στέκει καθαρό, σεβαστό, αδιατάρακτο.
Κι όμως, μέσα σε μία μέρα, ο μηχανισμός αυτός έδειξε τις ρωγμές του. Ο Χάρης Δούκας βγήκε και είπε το αυτονόητο από τη δική του πλευρά: η κυβέρνηση –όπως ο ίδιος την άκουσε να δεσμεύεται στη Βουλή και όπως προκύπτει, κατά την ανάγνωσή του, από τη διατύπωση της τροπολογίας– πήρε πάνω της όλη τη «φροντίδα» του μνημείου, άρα και την καθαριότητα. «Από σήμερα η ευθύνη της φροντίδας του Μνημείου και του περιβάλλοντος χώρου ανήκει αποκλειστικά στην κυβέρνηση. Καλή τύχη», έγραψε με σαφώς ειρωνικό τόνο. Η φράση δεν ήταν τυχαία. Ήταν η δήλωση ενός δημάρχου που ξεκαθαρίζει ότι δεν σκοπεύει να λειτουργήσει ως βολικός αποδέκτης μιας δύσκολης υπόθεσης, την οποία η κυβέρνηση νομοθέτησε ως υπόθεση «εθνικής σημασίας», αλλά ταυτόχρονα θα ήθελε να του ξαναφορτώσει όταν φτάνουμε στα βαρετά και δύσκολα: ποιος σφουγγαρίζει.
Η αντίδραση του Υπουργείου Άμυνας ήταν άμεση και επιθετική. Με σαφές ίχνος ειρωνείας, το Πεντάγωνο απάντησε ότι «αλίμονο αν η καθαριότητα ενέπιπτε στη συνταγματική αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων – άλλη είναι η αποστολή τους». Η ανακοίνωση επικαλέστηκε το άρθρο 102 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει ότι οι τοπικές υποθέσεις –όπως η καθαριότητα δημόσιων χώρων– ανήκουν στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ερμηνεία του Άμυνας: η ευθύνη καθαριότητας παραμένει στον Δήμο Αθηναίων. Με άλλα λόγια, «εμείς θα φροντίζουμε, θα αναδεικνύουμε, θα διασφαλίζουμε το κύρος του μνημείου – αλλά τα σκουπίδια εξακολουθούν να είναι δικά σου».
Σε αυτό το σημείο το ζήτημα παύει να είναι τεχνικό και αποκτά καθαρά πολιτικό χαρακτήρα. Γιατί αν η καθαριότητα είναι «τοπική υπόθεση», αν η τάξη είναι υπόθεση ΕΛ.ΑΣ., τότε τι ακριβώς άλλαξε με την τροπολογία πέρα από το ότι κλείνει τον χώρο για διαμαρτυρίες; Ποια είναι η «φροντίδα» που περνά στο Υπουργείο Άμυνας και γιατί αυτή η «φροντίδα» δεν θεωρείται ότι περιλαμβάνει και την απλή, καθημερινή, πρακτική εικόνα του μνημείου; Ο Δούκας, μεθοδικά, πατά πάνω σε αυτή την ασάφεια. Επιμένει ότι η κυβέρνηση πήρε την ευθύνη και ότι άρα πρέπει να τη διαχειριστεί μέχρι τέλους, χωρίς να παίζει διπλό παιχνίδι: άλλο στις κάμερες, άλλο στα απορριμματοφόρα.
Από την πλευρά του, το Υπουργείο Άμυνας κινήθηκε ακαριαία σε μια ενδιάμεση λύση που είναι απολύτως αποκαλυπτική του αδιεξόδου: ανακοίνωσε ότι θα αναθέσει την καθαριότητα του χώρου σε ιδιώτη «για όσο χρόνο απαιτηθεί». Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι το κράτος παρακάμπτει την αντιδικία με τον Δήμο και αγοράζει καθαριότητα, για να μην βρεθεί –σε πολιτικό επίπεδο– εκτεθειμένο μπροστά σε εικόνες σκουπιδιών και εγκατάλειψης, ειδικά τώρα που διαφημίζει ότι «αναλαμβάνει την ευθύνη του μνημείου». Όμως η ίδια αυτή λύση εκθέτει ταυτόχρονα την κυβέρνηση, διότι επιβεβαιώνει πως δεν υπάρχει καθαρή, σταθερή γραμμή αρμοδιοτήτων, αλλά ένας αυτοσχεδιασμός υπό πίεση: το Άμυνας δεν θέλει να φαίνεται ότι κάνει δουλειά καθαριότητας, ο Δήμος δεν δέχεται να σηκώσει μόνος του την ευθύνη ενός χώρου που η κυβέρνηση αποκαλεί πλέον «εθνικό άβατο», και στο τέλος εμφανίζεται μια ιδιωτική εταιρεία ως προσωρινός σωτήρας.
Το παρασκήνιο πίσω από αυτή τη θεσμική κόντρα είναι ακόμα πιο ενδιαφέρον. Πριν ξεσπάσει δημόσια η αντιπαράθεση, υπήρξε συνάντηση του Νίκου Δένδια με τον Χάρη Δούκα στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Στο τραπέζι ήταν και ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Επισήμως, αντικείμενο της συζήτησης ήταν ο «συντονισμός αρμοδιοτήτων» την επόμενη μέρα της ψήφισης της τροπολογίας. Ανεπισήμως, ο Δένδιας ήθελε να ξεκαθαρίσει ότι ο Δήμος Αθηναίων παραμένει υπεύθυνος για την καθαριότητα και τη στοιχειώδη διαχείριση του χώρου, ώστε το Υπουργείο Άμυνας να μην κατηγορηθεί ότι μετατρέπεται σε ένα είδος «υπερ-Δήμου Συντάγματος». Η συνάντηση δεν έκλεισε το ζήτημα – το έκανε εκρηκτικό. Από τη στιγμή που ο Δούκας βγήκε δημόσια και είπε «η κυβέρνηση αποφάσισε να τα πάρει όλα πάνω της, ας το κάνει», το Πεντάγωνο ένιωσε την ανάγκη να απαντήσει με σκληρό τόνο για να μη δημιουργηθεί προηγούμενο: ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν ευθύνη μέχρι και για τα σκουπίδια μπροστά στη Βουλή.
Το Μέγαρο Μαξίμου, από την πλευρά του, έχει έναν εντελώς διαφορετικό πονοκέφαλο: δεν είναι διατεθειμένο να αφήσει αυτήν την τροπολογία να γίνει ένα ακόμη χαρτί χωρίς ουσία. Η κυβέρνηση έχει επενδύσει πολιτικά στην εικόνα «τάξης και σεβασμού». Θέλει να δείξει ότι το κράτος μπορεί να αποτρέψει την «εικόνα ανομίας» στο πιο κεντρικό σημείο της χώρας, εκεί όπου χτυπάει η καρδιά της εθνικής τελετουργίας: μπροστά στον άγνωστο νεκρό στρατιώτη, απέναντι από τη Βουλή, στην είσοδο της πλατείας που εδώ και δεκαετίες είναι το σημείο μηδέν της κοινωνικής έντασης. Άρα η εφαρμογή της ρύθμισης είναι για την κυβέρνηση πολιτικό τεστ αξιοπιστίας, όχι γραφειοκρατική άσκηση.
Το πρώτο πραγματικό τεστ ήρθε αμέσως. Φοιτητικοί σύλλογοι κατέβηκαν στο κέντρο της Αθήνας και έφτασαν μέχρι το Σύνταγμα. Εκεί, ισχυρές δυνάμεις των ΜΑΤ είχαν ήδη λάβει θέση μπροστά στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, σχηματίζοντας μια ζώνη που δεν άφηνε κανέναν να πλησιάσει. Η εικόνα ήταν ενδεικτική του νέου δόγματος: δεν θα υπάρξει ούτε ένα πανό, ούτε ένα κερί, ούτε μια συμβολική συγκέντρωση μπροστά στο μνημείο χωρίς την άδεια του κράτους. Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη αντιμετώπισε αυτή την ανάπτυξη ως πρόβα ετοιμότητας και ελέγχου. Επίσημα, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης δήλωσε ότι «δεν φοβάται» και ότι δεν θα επιτραπεί «σε κανέναν να διαλύσει τη χώρα στο όνομα των επιδιώξεών του».
Όμως όλοι γνωρίζουν ότι το πραγματικό κρας-τεστ είναι η 28η Οκτωβρίου. Η μαθητική παρέλαση και οι επετειακές τελετές φέρνουν παραδοσιακά πλήθος κόσμου στο κέντρο και δίνουν στη δημόσια εικόνα του μνημείου τεράστια ορατότητα. Αυτή τη φορά υπάρχει και μια ακόμη πιο εκρηκτική παράμετρος: οι συγγενείς των θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών και ομάδες αλληλέγγυων έχουν προαναγγείλει ότι θα βρεθούν στο σημείο, θέτοντας στην κυβέρνηση ένα πολιτικά φορτισμένο δίλημμα. Αν αποτραπεί η παρουσία τους με ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, η κυβέρνηση κινδυνεύει να κατηγορηθεί ότι «ποινικοποιεί τη μνήμη» και απαγορεύει στους πολίτες να τιμήσουν τους δικούς τους νεκρούς. Αν τους επιτραπεί να σταθούν εκεί, το νέο δόγμα «καμία συγκέντρωση στο μνημείο» έχει ήδη κλονιστεί πριν καν παγιωθεί.
Την ίδια στιγμή, η κοινωνία δεν είναι ενιαία. Μια πρώτη εικόνα από δημοσκοπικά ευρήματα δείχνει ότι η κυβερνητική πρωτοβουλία για περιορισμό των συγκεντρώσεων και αυστηρή προστασία του μνημείου διχάζει: ένα σημαντικό ποσοστό πολιτών δηλώνει ότι συμφωνεί, άλλο ένα δηλώνει ξεκάθαρα ότι διαφωνεί. Στήριξη καταγράφεται κυρίως σε ψηφοφόρους του Κέντρου, της Κεντροδεξιάς και της Δεξιάς, ενώ πιο επιφυλακτικές έως αρνητικές εμφανίζονται οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς. Η κυβέρνηση διαβάζει αυτό το σήμα ως πολιτικό κεφάλαιο: μπορεί να εμφανιστεί ως ο «εγγυητής της σοβαρότητας». Η αντιπολίτευση, αντίθετα, βλέπει μια ευκαιρία να μιλήσει για αυταρχισμό, για απαγόρευση του δικαιώματος στη διαμαρτυρία σε έναν χώρο που είναι κατεξοχήν δημόσιος.
Μέσα σε αυτό το φορτισμένο περιβάλλον, η σύγκρουση Δένδια – Δούκα παύει να μοιάζει δευτερεύουσα. Ο Δένδιας, που θέλει να διαφυλάξει την εικόνα ενός υπουργού Εθνικής Άμυνας με θεσμικό κύρος, δεν έχει καμία διάθεση να εμφανιστεί ως «υπεύθυνος καθαριότητας Συντάγματος» ή, ακόμα χειρότερα, ως υπουργός που στέλνει στρατιωτικό μηχανισμό να αναλάβει ρόλους δημοτικής υπηρεσίας. Ταυτόχρονα, δεν θέλει το Υπουργείο Άμυνας να ταυτιστεί δι’ οποιουδήποτε τρόπου με την έννοια της καταστολής σε αστικό περιβάλλον. Ο Δούκας, από την άλλη, εμφανίζεται ως ο αιρετός που δεν δέχεται να γίνει αλεξικέραυνο για μια κυβερνητική επιλογή στην οποία δεν είχε λόγο. Και το Μέγαρο Μαξίμου βρίσκεται στη μέση, προσπαθώντας να αποδείξει ότι η τροπολογία δεν ήταν επικοινωνιακή χειρονομία, αλλά εφαρμόσιμη πολιτική.
Το πιο ενδεικτικό ίσως στοιχείο της αμηχανίας είναι ότι, ενώ η κυβέρνηση έχει ήδη κινητοποιήσει υπουργεία, έχει ήδη στήσει επιχειρησιακό σχεδιασμό με τα ΜΑΤ στο σημείο, έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα αναθέσει την καθαριότητα σε ιδιώτη για να μη βρεθεί εκτεθειμένη στην εικόνα εγκατάλειψης, ακόμη εκκρεμεί η πλήρης και καθαρή τυπική αποτύπωση των αρμοδιοτήτων στο ΦΕΚ. Δηλαδή, η εξουσία έχει βγει και λειτουργεί σαν να ισχύει ήδη ένα ειδικό καθεστώς, αλλά ταυτόχρονα τυπικά οι λεπτομέρειες παραμένουν ανοιχτές. Αυτό από μόνο του δείχνει κάτι βαθύτερο: ότι το κράτος βιάζεται να επιβάλει έλεγχο εικόνας και νοήματος σε έναν χώρο που φοβάται ότι έχει χάσει, και μετά τρέχει να προσαρμόσει γύρω από αυτό και το θεσμικό περίβλημα.
Η υπόθεση του Αγνώστου Στρατιώτη, λοιπόν, δεν είναι απλώς μια διαμάχη για το ποιος θα σκουπίζει τα μάρμαρα μπροστά στη Βουλή. Είναι ένα crash test ισχύος. Η κυβέρνηση ποντάρει ότι θα αποδείξει πως «το κράτος είναι εδώ, επιβάλλει σεβασμό, δεν επιτρέπει την προσβολή των συμβόλων». Ο Δήμος Αθηναίων απαντά ότι δεν θα σηκώσει μόνος του το βάρος μιας επιλογής που δεν είναι δική του, ειδικά αν αυτή η επιλογή εξελιχθεί σε σκηνές έντασης με πολίτες. Το Υπουργείο Άμυνας επιχειρεί να κρατήσει τον θεσμικό του ρόλο μακριά από τα σκουπίδια και τις αστικές τριβές. Η ΕΛ.ΑΣ. ξέρει ότι κάθε λάθος κίνηση μπροστά σε κάμερες και κινητά θα γίνει πολιτικό όπλο. Και η κοινωνία, μοιρασμένη ανάμεσα στην ανάγκη για σεβασμό και στην ανάγκη για φωνή, παρακολουθεί. Όλα αυτά, με το ρολόι να μετρά αντίστροφα για την 28η Οκτωβρίου. Εκεί θα φανεί αν το νέο δόγμα «σεβασμός χωρίς αμφισβήτηση» μπορεί πράγματι να επιβληθεί ή αν θα αποδειχθεί ότι κάτω από το μάρμαρο του Αγνώστου Στρατιώτη έχει ήδη ανοίξει μια πολιτική ρωγμή.
Ποια είναι η αντίδρασή σας;
Μου αρέσει
0
Μη Αγαπημένο
0
Αγάπη
0
Αστείο
0
Θυμωμένος
0
Λυπημένος
0
Ουάου
0