Κλοπές στο Λούβρο: Από τη «Μόνα Λίζα» του Περούτζια έως τη ληστεία των κοσμημάτων του 2025

Το Μουσείο του Λούβρου, το πιο διάσημο μουσείο του πλανήτη και σύμβολο της ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς, δεν είναι μόνο ο ναός της τέχνης. Είναι επίσης ένα πεδίο όπου το μεγαλείο του ανθρώπινου πνεύματος συναντά διαρκώς την αδυναμία και την απληστία. Πίσω από τις γυάλινες πυραμίδες και τις ουρές εκατομμυρίων επισκεπτών, η ιστορία του είναι σημαδεμένη από κλοπές, σκάνδαλα και μυστηριώδεις εξαφανίσεις έργων τέχνης — ένα μωσαϊκό ίντριγκας που συνοδεύει την ίδια τη φήμη του. Η πρώτη μεγάλη δοκιμασία ήρθε στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν, πριν ακόμη χαθεί η περίφημη «Μόνα Λίζα», το μουσείο είχε ήδη γίνει στόχος. Το 1906 και το 1907 εξαφανίστηκαν δύο ιβηρικές λίθινες κεφαλές, έργα αρχαϊκής τέχνης, που συνδέθηκαν αργότερα με κύκλους καλλιτεχνών όπως ο Απολλιναίρ και ο νεαρός Πικάσο. Τα γλυπτά επεστράφησαν το 1911, μόλις ξέσπασε το σκάνδαλο της «Τζοκόντας» και το κουβάρι των κλοπών άρχισε να ξετυλίγεται.
Η υπόθεση της «Μόνα Λίζα» παραμένει μέχρι σήμερα η πιο διάσημη κλοπή στην ιστορία της τέχνης. Τον Αύγουστο του 1911, ο Ιταλός μπογιατζής Βιντσέντσο Περούτζια, πρώην υπάλληλος του μουσείου, έκρυψε τον πίνακα κάτω από τη φόρμα του και βγήκε από την πίσω πόρτα. Για δύο χρόνια το έργο αγνοείτο. Το Παρίσι έζησε μια πρωτοφανή φρενίτιδα, με θεωρίες συνωμοσίας και εθνικές υστερίες, μέχρι που το 1913 το αριστούργημα του Λεονάρντο βρέθηκε στη Φλωρεντία, επιχειρώντας να πωληθεί ως «επαναπατρισμένο» ιταλικό έργο. Η επιστροφή του στο Λούβρο, τον Ιανουάριο του 1914, μετέτρεψε τον πίνακα σε σύμβολο παγκόσμιας αναγνώρισης — η απουσία του τον είχε κάνει θρύλο. Η δεκαετία του 1960 και του 1970 δεν έλειψε από περιπέτειες. Το 1966, αρχαία κοσμήματα που επέστρεφαν από δανεισμό στις Ηνωμένες Πολιτείες «χάθηκαν» προσωρινά, για να βρεθούν λίγο αργότερα ξεχασμένα σε σακούλα παντοπωλείου στη Νέα Υόρκη. Το 1976, κλάπηκε ένα διακοσμημένο ξίφος του βασιλιά Καρόλου Ι΄ μέσα από σκαλωσιές έργων συντήρησης — το αντικείμενο δεν βρέθηκε ποτέ.
Το 1983, δύο τεμάχια πανοπλίας του 16ου αιώνα εξαφανίστηκαν από την έκθεση, για να εντοπιστούν μόλις το 2021. Η καθυστερημένη επιστροφή τους θύμισε πως στο Λούβρο, η δικαιοσύνη του χρόνου έρχεται αργά αλλά φτάνει. Το 1990 αποτέλεσε ίσως τη δυσκολότερη χρονιά: τρεις κλοπές μέσα σε λίγες εβδομάδες – ανάμεσά τους ένας μικρός Ρενουάρ και δώδεκα ρωμαϊκά κοσμήματα – έφεραν το μουσείο αντιμέτωπο με την ανάγκη για ηλεκτρονική επανεξοπλισμό. Το 1998, η εξαφάνιση του πίνακα «Le chemin de Sèvres» του Καμίγ Κορό παρέμεινε ανεξιχνίαστη· το έργο δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα. Η Κατοχή του 1940–44 άφησε άλλες, πιο σιωπηλές πληγές. Παρότι το Λούβρο εκκενώθηκε με επιτυχία από τους Γάλλους επιμελητές του, εκατοντάδες έργα από ιδιωτικές συλλογές λεηλατήθηκαν από τις ναζιστικές αρχές και μόλις τα τελευταία χρόνια έχουν επιστραφεί στους νόμιμους κληρονόμους τους, σε μια διαδικασία ιστορικής αποκατάστασης που κορυφώθηκε το 2024.
Και όμως, το 2025, εν μέσω πλήρους ψηφιακής εποχής, το Λούβρο βρέθηκε ξανά στο επίκεντρο παγκόσμιου σοκ: τέσσερις ληστές εισέβαλαν με ανυψωτικό μηχάνημα και αλυσοπρίονα, διαλύοντας σε επτά λεπτά δύο προθήκες στην Αίθουσα του Απόλλωνα και αρπάζοντας εννέα βασιλικά κοσμήματα ανυπολόγιστης αξίας – διαδήματα και περιδέραια που ανήκαν σε βασίλισσες και αυτοκράτειρες της Γαλλίας. Η ληστεία, κινηματογραφική και ακριβής, αποκάλυψε τα όρια ακόμη και του πιο εξελιγμένου συστήματος ασφαλείας. Τα κοσμήματα παραμένουν άφαντα. Από την ίδρυσή του το 1793, το Λούβρο έχει καταγράψει επίσημα δέκα μεγάλες κλοπές, με τις μισές να έχουν συμβεί μετά το 1970. Παρότι οι σύγχρονοι μηχανισμοί έχουν μειώσει τα περιστατικά, το μουσείο εξακολουθεί να φυλάει όχι μόνο έργα αλλά και μνήμες – τα ίχνη μιας ανθρώπινης πάλης ανάμεσα στην τέχνη και την επιθυμία να την ιδιοποιηθεί κανείς.
Σήμερα, με εκατοντάδες φύλακες, θερμικές κάμερες και πολυεπίπεδα συστήματα συναγερμών, το Λούβρο εξακολουθεί να μαγνητίζει το βλέμμα και να δοκιμάζει τα όρια της ασφάλειας. Γιατί κάθε κλοπή, όσο επώδυνη κι αν υπήρξε, πρόσθεσε ένα ακόμα κεφάλαιο στη μυθολογία του. Η ιστορία του Λούβρου είναι τελικά η ιστορία της ίδιας της Ευρώπης: μια αδιάκοπη μάχη ανάμεσα στην ομορφιά και την απληστία, στον θαυμασμό και στην ιδιοτέλεια. Κάθε θησαυρός του είναι ένας καθρέφτης της ανθρώπινης φύσης — λαμπερός, αλλά με ρωγμές που δεν θα πάψουν ποτέ να μας θυμίζουν ότι ακόμη και τα πιο ιερά σύμβολα του πολιτισμού χρειάζονται διαρκώς να τα φυλάμε.
Ποια είναι η αντίδρασή σας;






