Αλβανία: Η μάχη με τα σκουπίδια που απειλεί το ευρωπαϊκό της μέλλον

Η Αλβανία, στη μακρά και δύσκολη πορεία της προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, βρίσκεται αντιμέτωπη με μία από τις μεγαλύτερες και πιο σύνθετες προκλήσεις: τη διαχείριση των απορριμμάτων. Παρά τις διακηρύξεις και τα ευρωπαϊκά κριτήρια που οφείλει να υιοθετήσει, η χώρα εξακολουθεί να στερείται ενός ολοκληρωμένου και λειτουργικού ρυθμιστικού πλαισίου, με αποτέλεσμα πολλές πόλεις και φυσικά τοπία να παραμένουν πνιγμένα στα σκουπίδια. Στην πρωτεύουσα Τίρανα, τα απορριμματοφόρα ξεκινούν κάθε πρωί τη συλλογή των οικιακών αποβλήτων, τα οποία καταλήγουν στη χωματερή της Σάρα — έναν ολόκληρο λόφο από σκουπίδια στα περίχωρα της πόλης. Πριν από επτά χρόνια, η κυβέρνηση είχε υποσχεθεί την κατασκευή ενός σύγχρονου εργοστασίου καύσης απορριμμάτων, που θα παρήγαγε ταυτόχρονα και ηλεκτρική ενέργεια. Σήμερα, το έργο αυτό παραμένει ημιτελές, καθηλωμένο σε ελέγχους για διαφθορά και κακοδιαχείριση.
Τα Τίρανα, μια πόλη που προσεγγίζει πλέον το ένα εκατομμύριο κατοίκους, παράγει σχεδόν το μισό των αστικών απορριμμάτων όλης της χώρας. Η ταχύτατη αστικοποίηση δεν συνοδεύτηκε από ανάλογη ανάπτυξη των υποδομών: η αποκομιδή παραμένει αποσπασματική, η ανακύκλωση ουσιαστικά ανύπαρκτη, και ο κύριος χώρος ταφής έχει σχεδόν εξαντλήσει τα όριά του. Ο περιβαλλοντολόγος Όλσι Νίκα, επικεφαλής της ΜΚΟ Eco Albania, περιγράφει μια πρωτεύουσα που έχει φτάσει σε οριακό σημείο. «Το πρόβλημα δεν είναι απλώς η κακή διαχείριση· το σύστημα ποτέ δεν λειτούργησε σωστά», τονίζει. «Οι μονάδες καύσης που θα έπρεπε να λύσουν το ζήτημα δεν λειτούργησαν ποτέ, οι χώροι γύρω τους έχουν κορεστεί και η χωματερή της Σάρα δεν μπορεί να επεκτείνεται επ’ άπειρον». Η κατάσταση δεν περιορίζεται στην πρωτεύουσα. Σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής (INSTAT), το 2022 η Αλβανία παρήγαγε περίπου 820.000 τόνους αστικών αποβλήτων: το 77% οδηγήθηκε σε χωματερές, λιγότερο από το 20% ανακυκλώθηκε, και το υπόλοιπο είτε κάηκε είτε δεν συλλέχθηκε ποτέ. Για τον Νίκα, αυτοί οι αριθμοί αποκαλύπτουν ένα συνολικά εύθραυστο σύστημα: «Οι δήμοι δεν διαθέτουν υποδομές, πόρους ή συντονισμό· ο διαχωρισμός στην πηγή είναι σχεδόν ανύπαρκτος και η ευθύνη διαχέεται χωρίς λογοδοσία».
Περιβαλλοντικές μεταρρυθμίσεις και ενταξιακή πρόκληση
Η διαχείριση των απορριμμάτων, άλλοτε ζήτημα τοπικής διοίκησης, έχει μετατραπεί σε κομβικό πεδίο της ενταξιακής πορείας της Αλβανίας. Το κεφάλαιο των διαπραγματεύσεων που αφορά το περιβάλλον και το κλίμα θεωρείται το πιο δύσκολο και δαπανηρό, καθώς απαιτεί τεράστιες θεσμικές και τεχνικές προσαρμογές. Ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα έχει αναγνωρίσει δημόσια πως πρόκειται για «το πιο δύσκολο ζήτημα γύρω από την ένταξή μας στην ΕΕ», παραδεχόμενος ότι η πρόοδος στη διαχείριση και την ανακύκλωση παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη. Η κυβέρνηση παρουσίασε πρόσφατα σχέδιο νόμου για τη δημιουργία ενιαίου συστήματος διαχείρισης απορριμμάτων, καθώς και τη σύσταση εθνικής εταιρείας αποκομιδής, η οποία θα αναλάβει τον συντονισμό της συλλογής και επεξεργασίας των απορριμμάτων σε όλη τη χώρα. Η νέα προσέγγιση στοχεύει να αντικαταστήσει το σημερινό αποκεντρωμένο μοντέλο, όπου την ευθύνη έχουν οι δήμοι, ενισχύοντας την αποδοτικότητα και τη συμμόρφωση με τα περιβαλλοντικά πρότυπα της ΕΕ. Ο Νίκα, πάντως, διατηρεί επιφυλάξεις: «Η κεντρική διαχείριση ίσως βελτιώσει τον συντονισμό, αλλά χωρίς πολιτική βούληση, διαφάνεια και σταθερή χρηματοδότηση, ο νέος νόμος κινδυνεύει να έχει την τύχη των προηγούμενων αποτυχημένων προσπαθειών».
Οι ποταμοί που πνίγονται στα σκουπίδια
Η περιβαλλοντική ακτιβίστρια Ντενίσα Κάσα ίδρυσε την πρωτοβουλία Rrjedha, ένα δίκτυο εθελοντών που καθαρίζει και παρακολουθεί τους ρυπασμένους ποταμούς της Αλβανίας. Από μια μικρή τοπική δράση, η πρωτοβουλία εξελίχθηκε σε εθνικό κίνημα με περισσότερους από 180 εθελοντές. «Σε πολλές αγροτικές περιοχές δεν υπάρχουν κάδοι ούτε υπηρεσίες αποκομιδής», εξηγεί. «Οι κάτοικοι πετούν τα σκουπίδια κατευθείαν στα ποτάμια ή στις όχθες τους». Μέσα από τις δράσεις καθαρισμού, οι εθελοντές προσπαθούν να ευαισθητοποιήσουν τις τοπικές κοινωνίες, ωστόσο, όπως λέει η ίδια, η περιβαλλοντική συνείδηση παραμένει χαμηλή. «Οι περισσότεροι περιμένουν να αλλάξει κάτι “από πάνω”, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι η αλλαγή αρχίζει από τον καθένα μας». Ο Όλσι Νίκα επισημαίνει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ορατό, αλλά και ύπουλο. «Τα ποτάμια μεταφέρουν τα απόβλητα σε όλη τη διαδρομή τους, μολύνοντας το έδαφος, τα υπόγεια ύδατα και τον αέρα. Με τον χρόνο, τα πλαστικά διασπώνται σε μικροσωματίδια που εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα — ένας αόρατος αλλά εξαιρετικά επικίνδυνος ρύπος».
Η ρύπανση πλήττει και την εικόνα της χώρας ως ανερχόμενου τουριστικού προορισμού. Η Κάσα τονίζει πως «ο τουρισμός δεν μπορεί να αποτελεί προτεραιότητα όταν δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τα ίδια μας τα σκουπίδια». Οι επισκέπτες, όπως λέει, συναντούν πλαστικά απορρίμματα κατά μήκος των δρόμων, των ποταμών και των παραλιών — ακριβώς στα τοπία που η κυβέρνηση διαφημίζει ως «παρθένα φύση». Η τουριστική άνθηση, αντί να προσφέρει λύσεις, εντείνει το πρόβλημα, αυξάνοντας την κατανάλωση και τον όγκο των αποβλήτων. «Μπορεί ακόμη να απολαύσει κανείς τη φυσική ομορφιά της Αλβανίας», σημειώνει η Κάσα, «αλλά δύσκολα αποφεύγει την απογοήτευση βλέποντας πώς τη μεταχειριζόμαστε».
Ποια είναι η αντίδρασή σας;






