Τα χωριά του μέλλοντος
Ένα μικρό χωριό της Ευρυτανίας σχεδιάζει να αλλάξει το μέλλον
Γράφει η Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Καμιά πόλη δεν θα έπρεπε να είναι τόσο μεγάλη ώστε να μην μπορεί να την περπατήσει κάποιος μέσα σε ένα πρωινό.
Cyril Connolly, Βρετανός συγγραφέας
Μπορεί οι κάτοικοι της επαρχίας μετά τον εμφύλιο να εγκατέλειψαν ομαδικά τα χωριά τους, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής στα αστικά κέντρα, μπορεί νέοι γάμοι να μην γίνονται, σχολεία να έχουν κλείσει, όμως σήμερα, αν περπατήσει κάποιος στους δρόμους αυτών των χωριών, θα διαπιστώσει πως δεν μοιάζουν καθόλου να είναι εγκαταλειμμένα. Πολλοί από αυτούς που έφυγαν, νοσταλγώντας την νεότητα που βίωσαν εκεί, επέστρεψαν, ως συνταξιούχοι πλέον και εγκαταστάθηκαν, ανακαινίζοντας το παλιό τους σπίτι ή χτίζοντας καινούργιο με οικονομίες… που δεν χρειάζονται πλέον. Αλλά και άλλοι, νέοι, που επισκέπτονται συχνά τον τόπο τους δίνοντας μια νέα ζωή, έστω και περιστασιακά.
Ναι, οι κάτοικοι να εγκατέλειψαν τα χωριά τους αλλά η Πολιτεία, το Κράτος, ήταν πάντα εκεί, παρόντες, έστω και στους ελάχιστους κατοίκους που είχαν απομείνει. Άνοιξε νέους ασφαλτοστρωμένους δρόμους, έφερε το ηλεκτρικό ρεύμα ακόμη και σε πιο απομονωμένους οικισμούς, οι δρόμοι φωτίστηκαν, οι Δήμοι εγκατέστησαν κάδους απορριμμάτων και τα χωριά σήμερα δεν θυμίζουν σε τίποτα τα χωριά εκείνα που οι κάτοικοί τους τα εγκατέλειψαν πριν πολλές δεκαετίες. Τότε που οι κάτοικοι ζούσαν απομονωμένοι από τον… “πολιτισμένο” κόσμο των αστικών κέντρων, με μοναδικό μέσο πληροφόρησης ένα ραδιόφωνο που κάποιοι προνομιούχοι στο χωριό διέθεταν και ένα τηλέφωνο σε κάποιο σπίτι, κοινό για όλο το χωριό… Τα σημερινά χωριά είναι πλέον μικρογραφίες των πόλεων… Είναι σύγχρονα χωριά… Μόνο που τους λείπει η ζωντάνια, κυρίως νέων ανθρώπων, παιδιών.
Σήμερα η υποδομή στα χωριά αλλά και η εξέλιξη στις επικοινωνίες, δίνει την δυνατότητα σε πολλούς νέους, που ασκούν ορισμένες δραστηριότητες, να εργάζονται ζώντας μόνιμα σε ένα τέτοιο σύγχρονο χωριό που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει απ’ τα …Βόρεια Προάστεια των Αθηνών. Όμως μια δημοσιογραφική προβολή ενός χωριού, όσο άμορφο κι αν είναι, δεν θα κάνει κάποιους να ξεσηκωθούν και να εγκατασταθούν σ’ ένα άγνωστο μέρος χωρίς κάποιες εγγυήσεις για την επιβίωσή τους.
Η Φουρνά, είναι ένα χωριό της Ευρυτανίας με 120 περίπου μόνιμους κατοίκους και απέχει 40 χιλιόμετρα απ’ το Καρπενήσι. Διαθέτει Νηπιαγωγείο, Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο με ελάχιστους μαθητές και είναι θέμα χρόνου να ανασταλεί η λειτουργία τους. Μπροστά σε αυτόν τον…εφιάλτη του λουκέτου στα Σχολεία αλλά και γενικότερα του δημογραφικού προβλήματος, δυο νέοι άνθρωποι αποφάσισαν να δράσουν.
Η εκπαιδευτικός Παναγιώτα Διαμαντή και ο δημοτικός σύμβουλος Καρπενησίου Κωνσταντίνος Μπούργος με επικεφαλής τον ιερέα του χωριού πατέρα Κωνσταντίνο Ντούσικο υπό την αιγίδα της Μητρόπολης Καρπενησίου, δημοσίευσαν μια αγγελία μέσα απ’ την οποία ζητούσαν οικογένειες με μικρά παιδιά ώστε να μην διακοπεί η λειτουργία των Σχολείων, να σταματήσει η συρρίκνωση του τοπικού πληθυσμού και μακροπρόθεσμα να δραστηριοποιηθούν επαγγελματικά σε κάποιον τομέα με προοπτική υγιούς ανάπτυξης της περιοχής, χωρίς να κινδυνεύει η αισθητική του περιβάλλοντος. Και τέτοιες επιχειρήσεις είναι οι μικρές Οικογενειακές Φάρμες αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων.
Η ανταπόκριση στην πρόσκληση ξεπέρασε τις προσδοκίες, ωστόσο οι πρωτοπόροι αυτής της προσπάθειας δεν παρασύρθηκαν απ’ τον ενθουσιασμό τους. Οι εγγυήσεις και οι προσφορές για την άνετη διαμονή και διαβίωση των προσκεκλημένων, επαρκούσαν μόνο για δύο πολύτεκνες οικογένειες που επέλεξαν.
Ποια μπορεί να είναι η εξέλιξη των παιδιών αυτών μετά την λήξη της Δευτεροβάθμιας παιδείας, θα αναρωτηθούν ίσως κάποιοι κακόπιστοι. Ίσως και πολύ καλύτερη απ’ ότι για τους απόφοιτους των αστικών κέντρων εφόσον σε αυτή την προσπάθεια συστρατευτούν και εκπαιδευτικοί με ιεραποστολική συνείδηση. Σε τέτοιες μικρές κοινωνίες, τα παιδιά διατρέχουν μηδενικό κίνδυνο για αντικοινωνικές και παραβατικές συμπεριφορές γιατί θα βρίσκονται συνεχώς κάτω απ’ την άτυπη επιτήρηση, όχι μόνο των δασκάλων αλλά και των κατοίκων, που θα συνεισφέρουν ηθικά και υλικά χωρίς αυτό να ενοχλεί γονείς και παιδιά γιατί όλοι αυτοί θα έχουν συστρατευτεί για τον ίδιο κοινό σκοπό: την αναβάθμιση της τοπικής κοινωνίας.
Από την άλλη, τα παιδιά αυτά θα πρέπει να καταλάβουν από πολύ νωρίς πως πρέπει να ανταποδώσουν την προσφορά των κατοίκων με σημαντικές επιτυχίες στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα ή σε κάποια άλλη δραστηριότητα που θα βοηθήσει στην οικονομική αλλά και πολιτιστική ανάπτυξη της περιοχής. Όμως, ακόμα κι αν δεν υπάρξουν εντυπωσιακές διακρίσεις για τα παιδιά αυτά στον χώρο της Ανώτατης Παιδείας, αυτό δεν σημαίνει κάτι. Η μέχρι τώρα εμπειρία απ’ το αδιάκοπο κυνήγι πτυχίων και μεταπτυχιακών τίτλων έδειξε ότι δεν εξασφαλίζει σε όλους ένα ανάλογο επίπεδο ζωής. Αντίθετα, η μόρφωση Μέσης Εκπαίδευσης όταν υπηρετεί μια άλλη δραστηριότητα είναι ένας ιδανικός συνδυασμός για την βελτίωση τόσο του βιοτικού όσο και του πνευματικού επιπέδου της κάθε τοπικής κοινωνίας. Και σε αυτές τις περιοχές, οι μόνες δραστηριότητες να τα προσφέρουν αυτά είναι οι Μικρές Οικογενειακές Επιχειρήσεις στον αγροτικό και κτηνοτροφικό τομέα.