Μια δεύτερη ζωή για έναν θρύλο: Το Μινιόν ξαναγεννιέται

Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Το Μινιόν, το εμβληματικό κατάστημα που χάραξε μια ολόκληρη εποχή στην καρδιά της Αθήνας, ξανανοίγει τις πόρτες του, αυτή τη φορά ντυμένο στα φρέσκα χρώματα της νέας του ζωής. Ύστερα από δεκαετίες σιωπής και παρακμής, το κτίριο-τοπόσημο της Πατησίων αναγεννήθηκε, φωτεινό, επιβλητικό, με την αύρα της μνήμης να σμίγει με το σύγχρονο design. Στα σπλάχνα του φιλοξενεί πλέον ένα εντυπωσιακό κατάστημα Zara, το μεγαλύτερο του brand στην Ελλάδα, απλωμένο σε 2.130 τετραγωνικά μέτρα, με τέσσερα επίπεδα που ξεδιπλώνονται σαν σύγχρονο εμπορικό παλάτι. Από τα γυναικεία και τα ανδρικά είδη μέχρι τα παιδικά ρούχα και τις ειδικές συλλογές, ο επισκέπτης περιηγείται σε χώρους που μοιάζουν περισσότερο με εκθεσιακούς θαλάμους τέχνης παρά με καταστήματα ρούχων. Ξύλινα σπιτάκια για παιδιά, επιλεγμένα vintage αντικείμενα, boutique διακόσμηση, παλαιωμένο ξύλο, μεταλλικά στοιχεία και η ζεστασιά του φωτισμού συνθέτουν μια εμπειρία που σέβεται το παρελθόν και το ανασυνθέτει με αισθητική συνέπεια.
Η Zara επιλέγει το Μινιόν για να στεγάσει όχι μόνο το νέο της flagship store, αλλά και τα κεντρικά γραφεία της στην Ελλάδα, ενώ στους ανώτερους ορόφους του κτιρίου εγκαθίστανται γραφεία της ΔΕΗ. Ένας ιστορικός χώρος ξαναβρίσκει σφυγμό – και γίνεται ξανά κέντρο. Όμως για να φτάσουμε σε αυτή τη νέα εποχή, πρέπει να θυμηθούμε την αφετηρία. Την ιστορία ενός παιδιού της επαρχίας, του Ιωάννη Γεωργακά, που γεννήθηκε το 1913 σε ένα φτωχικό χωριό της Ολυμπίας. Στα 13 του έφτασε μόνος στην Αθήνα. Παιδί της ανάγκης, αλλά και της επιμονής, δούλεψε όπου μπορούσε: μπακάλικο, καφενείο, τσιγαράδικο, ακόμα και ως «τσιλιαδόρος» για παπατζήδες στην πλατεία Βάθης.
Πάντα όμως διάβαζε, μορφωνόταν, ονειρευόταν. Γράφτηκε σε νυχτερινό σχολείο, απέκτησε δύο πανεπιστημιακά πτυχία – ένα στα 45 του και ένα στα… 83. Και όταν ανακάλυψε το μικρό περίπτερο που λεγόταν «Μινιόν» στα Χαυτεία, ο σπόρος φυτεύτηκε. Πείθει τον ιδιοκτήτη, Άγγελο Σεραφειμίδη, να γίνουν συνέταιροι. Μαζί αρχίζουν καινοτομίες που κανείς δεν είχε φανταστεί: έτοιμα πακετάκια προϊόντων, χαμηλές τιμές, οργανωμένη παρουσίαση.
Πρωτοπορία
Το 1944, γεννιέται το Μινιόν όπως το έμαθε η Αθήνα: στην Πατησίων. Μετά τον πόλεμο, ο Γεωργακάς, μόνος πια, χτίζει τον θρύλο. Παρά τις επιθέσεις, τους ανταγωνιστές, τις ατυχίες, δεν κάνει πίσω. Αντίθετα, πρωτοπορεί: φέρνει τον κλιματισμό, τις κυλιόμενες σκάλες, τα ταμεία με Η/Υ, τη λίστα γάμου, τα πρώτα μαγαζιά με καθορισμένες τιμές, διαφημίζεται στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, στήνει μέχρι και ταξιδιωτικό γραφείο μέσα στο πολυκατάστημα. Το Μινιόν γίνεται σύμβολο. Τη δεκαετία του ’70 αγγίζει την κορυφή: το ενδέκατο μεγαλύτερο πολυκατάστημα της Ευρώπης, με έναν κόσμο που συρρέει κάθε γιορτή για να φωτογραφηθεί με τον Άγιο Βασίλη – και να πάρει μια σοκολάτα από τον ίδιο τον κ. Γεωργακά. Κάθε γωνιά του Μινιόν ήταν και μια ανάμνηση: η μυρωδιά των καινούργιων παιχνιδιών, το χαμόγελο των υπαλλήλων, τα λαμπιόνια που ζέσταιναν τα μάτια των παιδιών.
Ώσπου, ήρθε το σκοτάδι. Παραμονές Χριστουγέννων 1980, μια πυρκαγιά κατακαίει τα πάντα. Ολόκληρο το κτίριο φλέγεται. Το «Μινιόν» σβήνει μέσα σε λίγα λεπτά. Η οργάνωση «Οκτώβρης 80» αναλαμβάνει την ευθύνη με μια σκοτεινή προκήρυξη. Οι ζημιές, πάνω από δύο δισεκατομμύρια δραχμές. Ο Παπανδρέου καταγγέλλει την κυβέρνηση, το ΚΚΕ μιλά για σκοτεινά συμφέροντα, η κυβέρνηση κάνει λόγο για πολιτική εκμετάλλευση του γεγονότος. Ο Γεωργακάς όμως δεν καταρρέει. Δεν κηρύσσει πτώχευση. Μαζί με τους υπαλλήλους του –που τον λάτρευαν σαν πατέρα– στήνουν ξανά το Μινιόν. Σαν θαύμα, το κατάστημα ξανανοίγει σε χρόνο ρεκόρ. Αλλά τίποτα πια δεν είναι ίδιο. Η δεκαετία του ’90 φέρνει νέα δεδομένα, νέες αγορές, άλλους ρυθμούς. Το Μινιόν περνά στο Δημόσιο, μετά ξανά στον Γεωργακά, και το 1992, κουρασμένος και ηλικιωμένος, αποχωρεί.
Το 1998, το “μεγαλύτερο μεγάλο κατάστημα” της Ελλάδας ρίχνει ρολά. Ένα σύμβολο πέφτει. Ο Γεωργακάς φεύγει από τη ζωή το 2002, στα 90 του, αφήνοντας πίσω μια ιστορία που δεν γράφτηκε απλώς – χαράχτηκε στο συλλογικό υποσυνείδητο της Αθήνας. Κι όμως, σήμερα, το Μινιόν είναι και πάλι εδώ. Όχι όπως τότε, αλλά με νέο παλμό, νέα μορφή, νέα λειτουργία. Ένα κτίριο-φόρος τιμής στο παρελθόν του, ένα τοπόσημο που επέστρεψε για να ξαναγράψει ιστορία. Ίσως ο Ιωάννης Γεωργακάς να μην είναι πια ανάμεσά μας. Μα κάθε φορά που περνάς έξω από το ανακαινισμένο Μινιόν και κοιτάς τα φώτα του να καθρεφτίζονται στη βιτρίνα, είναι σαν να ψιθυρίζει:
«Το όνειρο ποτέ δεν καίγεται. Απλώς περιμένει πότε θα ξαναφουντώσει».
Ποια είναι η αντίδρασή σας;






