Ο νομπελίστας John Martinis ξεκαθαρίζει: Όχι, δεν είμαι Έλληνας

Ανάμεσα στους τρεις επιστήμονες που τιμήθηκαν φέτος με το Νόμπελ Φυσικής βρίσκεται ο John M. Martinis, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στη Σάντα Μπάρμπαρα — ένας από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης κβαντικής μηχανικής και θεμελιωτής της έννοιας της «κβαντικής υπεροχής». Ένα παλαιότερο δημοσίευμα αμερικανικής εφημερίδας είχε οδηγήσει πολλούς να πιστέψουν ότι ο Martinis είναι ελληνικής καταγωγής, κάτι που ο ίδιος διέψευσε με ευγένεια όταν επικοινώνησε μαζί του η Naftemporiki. «Λυπάμαι, αλλά η καταγωγή μου είναι κροατική», ανέφερε ο βραβευμένος φυσικός. «Ο πατέρας μου κατάγεται από την Κόμιζα, στο νησί Βις, κοντά στο Σπλιτ. Αν και η οικογένεια μπορεί να έχει ρίζες οπουδήποτε στη Μεσόγειο, αυτό θα συνέβη πριν από μερικούς αιώνες».
Η φετινή βράβευση απονεμήθηκε «για την ανακάλυψη της μακροσκοπικής κβαντομηχανικής σήραγγας και της κβαντοποίησης ενέργειας σε ηλεκτρικό κύκλωμα». Μαζί με τον Martinis, το Νόμπελ μοιράστηκαν οι John Clarke από το Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ και Michel Devoret, ο οποίος συνεργάζεται με τα πανεπιστήμια Γέιλ και Σάντα Μπάρμπαρα. Οι τρεις τους απέδειξαν πως οι ιδιότητες του κβαντικού κόσμου —μέχρι πρότινος πεδίο της θεωρίας— μπορούν να εφαρμοστούν σε ηλεκτρονικά κυκλώματα και μικροσυστήματα, ανοίγοντας τον δρόμο για τεχνολογίες που επηρέασαν άμεσα την καθημερινότητα, από τα κινητά τηλέφωνα έως τους υπερευαίσθητους αισθητήρες. «Ήταν η έκπληξη της ζωής μου», δήλωσε ο John Clarke μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων. «Ένας από τους βασικούς λόγους που τα κινητά τηλέφωνα λειτουργούν είναι χάρη σε όλη αυτή την έρευνα».
Ο John Martinis γεννήθηκε το 1958 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σπούδασε και εκπόνησε το διδακτορικό του στη Φυσική στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϊ και στη συνέχεια εργάστηκε ως ερευνητής στη Γαλλία και στο Εθνικό Ινστιτούτο Προτύπων και Τεχνολογίας (NIST) στο Κολοράντο. Το 2004 εντάχθηκε στο ακαδημαϊκό προσωπικό της Σάντα Μπάρμπαρα, όπου ανέπτυξε την πρωτοποριακή του δουλειά στα υπεραγώγιμα qubits, δηλαδή στα θεμελιώδη δομικά στοιχεία των κβαντικών υπολογιστών.
Το 2014 ο Martinis και η ερευνητική του ομάδα εντάχθηκαν στην Google Quantum AI, με στόχο τη δημιουργία του πρώτου κβαντικού υπολογιστή ικανoύ να εκτελεί υπολογισμούς πέρα από τα όρια των παραδοσιακών μηχανών. Πέντε χρόνια αργότερα, παρουσίασαν τον Sycamore, έναν υπολογιστή που ολοκλήρωσε μέσα σε μόλις 200 δευτερόλεπτα έναν υπολογισμό που θα απαιτούσε χιλιάδες χρόνια για έναν συμβατικό υπερυπολογιστή. Το επίτευγμα αυτό χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη επιβεβαίωση της λεγόμενης κβαντικής υπεροχής — σημείο καμπής στην ιστορία της πληροφορικής. Το 2020 ο Martinis αποχώρησε από την Google και εγκαταστάθηκε στην Αυστραλία, αναλαμβάνοντας θέση στη νεοφυή εταιρεία Silicon Quantum Computing, η οποία στοχεύει στην εμπορική αξιοποίηση των κβαντικών τεχνολογιών. Δύο χρόνια αργότερα ίδρυσε τη δική του εταιρεία, Qolab, όπου παραμένει επικεφαλής τεχνολογίας, συνεχίζοντας να πειραματίζεται με νέα υλικά και μεθόδους που θα επιτρέψουν τη μαζική παραγωγή κβαντικών κυκλωμάτων.
Ανάμεσα στα σημαντικότερα βραβεία του Martinis συγκαταλέγονται το Fritz London Memorial Award (2014), για την πρωτοποριακή του εργασία στα υπεραγώγιμα qubits, και το John Stewart Bell Prize (2021), για τις θεμελιώδεις συνεισφορές του στην κβαντομηχανική. Παρά το βαρύ του βιογραφικό, διακρίνεται για τη μετριοπάθεια και την ανθρώπινη προσέγγισή του — χαρακτηριστικά που επιβεβαιώθηκαν και στην επικοινωνία του με τα ελληνικά μέσα.
Ποια είναι η αντίδρασή σας;






