Ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου: Μια ένωση αλλάζει τα δεδομένα στη Μεσόγειο

Μπορεί η ένταση να καραδοκεί και τα εμπόδια να κάνουν την εμφάνισή τους το ένα μετά το άλλο, όμως το ενεργειακό καλώδιο που θα ενώσει την Κύπρο με την Ελλάδα —και κατά προέκταση την Ευρώπη— μπαίνει οριστικά στη φάση της υλοποίησης. Το εμβληματικό έργο του Great Sea Interconnector, παρά τις τουρκικές προκλήσεις, τις τεχνικές καθυστερήσεις και την αναστολή πληρωμών από τον ΑΔΜΗΕ, προχωρά με γοργά βήματα. Αθήνα και Λευκωσία έχουν ξεκαθαρίσει πως η διαδικασία των ερευνών και της πόντισης του καλωδίου θα συνεχιστεί απρόσκοπτα, καθώς πρόκειται για ένα έργο-ορόσημο, τόσο γεωπολιτικά όσο και ενεργειακά. Με την υλοποίησή του, η Κύπρος παύει να είναι απομονωμένη στο ενεργειακό πεδίο και η Ελλάδα ενισχύει θεαματικά τον ρόλο της ως στρατηγικός κόμβος της Ανατολικής Μεσογείου, ανοίγοντας διαύλους συνεργασίας με κράτη-μέλη και θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι επαφές και οι συμμαχίες πυκνώνουν, ενώ έχει ήδη κατατεθεί αίτημα για έκδοση Navtex, ώστε να προχωρήσουν οι έρευνες στα διεθνή ύδατα. Το καλώδιο που θα διασχίσει την απόσταση από την Κύπρο έως την Κρήτη θα έχει μήκος περίπου 900 χιλιομέτρων, καταγράφοντας ένα από τα πιο φιλόδοξα εγχειρήματα ηλεκτρικής διασύνδεσης παγκοσμίως.
Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία δεν δείχνει διατεθειμένη να αφήσει το έργο να εξελιχθεί χωρίς να ασκήσει πίεση. Το περασμένο καλοκαίρι, τουρκικά πολεμικά πλοία παρενέβησαν για να αποτρέψουν ιταλικό ερευνητικό σκάφος από το να πραγματοποιήσει τις προγραμματισμένες έρευνες, με το πρόσχημα ότι θίγονται τα τουρκικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Άγκυρα επέμεινε ότι κάθε δραστηριότητα στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή απαιτεί τη συγκατάθεσή της, πυροδοτώντας έντονες αντιδράσεις. Η ελληνική πλευρά ήταν ξεκάθαρη: η διασύνδεση αποτελεί έργο ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, καλύπτεται από τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου και δεν προϋποθέτει άδεια τρίτης χώρας. Ως εκ τούτου, η πόντιση των καλωδίων θεωρείται νόμιμη και δεν μπορεί να εμποδιστεί με αυθαίρετους ισχυρισμούς.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, οι τουρκικές εντάσεις επανήλθαν στο προσκήνιο, όταν πολεμικό πλοίο της Άγκυρας παρακολουθούσε ερευνητικές εργασίες στα βόρεια της Κρήτης, στο πλαίσιο της ίδιας διασύνδεσης. Τα περιστατικά αυτά αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης σε υψηλόβαθμες επαφές των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, ενώ εντάχθηκαν ευρύτερα στο πλέγμα ανησυχιών για την ενεργειακή ασφάλεια στην περιοχή. Η απουσία οριοθετημένων θαλασσίων ζωνών —υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ— ανάμεσα στις δύο χώρες εξακολουθεί να αποτελεί πεδίο τριβής, το οποίο η Άγκυρα επιχειρεί να αξιοποιεί κατά το δοκούν, για να παρεμποδίσει έργα που δεν ευθυγραμμίζονται με τις επιδιώξεις της.
Τα μηνύματα του τουρκικού Τύπου και οι απειλές εντυπώσεων
Η εφημερίδα Cumhuriyet, επικαλούμενη τουρκικές κυβερνητικές πηγές, μεταδίδει ότι η Άγκυρα αναμένει νέα ελληνική NAVTEX για περιοχή νοτιοανατολικά της Καρπάθου και της Κάσου, αφήνοντας αιχμές περί «παραβίασης κυριαρχικών δικαιωμάτων». Στο ίδιο δημοσίευμα γίνεται αναφορά στην αποστολή πέντε τουρκικών πολεμικών πλοίων το περασμένο καλοκαίρι, με σκοπό την επιτήρηση ερευνητικών εργασιών που —όπως υποστηρίζεται— διεξάγονταν χωρίς την έγκριση της Τουρκίας. Τελικά, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, το ιταλικό σκάφος έλαβε άδεια από την Άγκυρα, γεγονός που συνέβαλε στην προσωρινή αποκλιμάκωση.
Ανάλογες αναφορές φιλοξενεί και η εφημερίδα Turkiye, η οποία χαρακτηρίζει τις ενέργειες της Ελλάδας «μονομερείς και προκλητικές». Οι πηγές της Άγκυρας υποστηρίζουν πως οι ελληνικές δραστηριότητες «αντίκεινται στο διεθνές δίκαιο και στο Δίκαιο της Θάλασσας», καθώς —κατά την τουρκική επιχειρηματολογία— δεν υπάρχει ακόμη κοινή συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Παράλληλα, η τουρκική πλευρά δηλώνει ότι έχει καταθέσει τις ενστάσεις της σε διεθνή φόρα, επικαλούμενη τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας — παρότι η ίδια η Τουρκία δεν την έχει κυρώσει.
Ποια είναι η αντίδρασή σας;






