Μαδούρο – Τραμπ: Ο ηγέτης της Βενεζουέλας προσφέρει ορυκτό πλούτο για να διατηρήσει τη θέση του

Οκτώβριος 11, 2025 - 08:45
 0
Μαδούρο – Τραμπ: Ο ηγέτης της Βενεζουέλας προσφέρει ορυκτό πλούτο για να διατηρήσει τη θέση του

Μετά από μακρές και επίπονες διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η κυβέρνηση του Νικολάς Μαδούρο φέρεται να πρότεινε μια πρωτοφανή συμφωνία: την παραχώρηση κυρίαρχου μεριδίου στα πετρέλαια και στους ορυκτούς πόρους της Βενεζουέλας στην αμερικανική πλευρά, σε μια ύστατη προσπάθεια να εξομαλυνθούν οι σχέσεις των δύο χωρών. Σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times, η Ουάσινγκτον απέρριψε την πρόταση, παρά το εύρος και τη γεωπολιτική της σημασία, επιμένοντας στη θέση ότι το καθεστώς του Μαδούρο αποτελεί «καρτέλ ναρκοτρομοκρατίας». Το σκηνικό των διαπραγματεύσεων διαμορφώθηκε μέσα σε ένα κλίμα στρατιωτικής έντασης. Οι ΗΠΑ είχαν ήδη αναπτύξει πολεμικά πλοία στην Καραϊβική και είχαν αναλάβει επιχειρήσεις κατά πλοίων που θεωρούσαν ότι μετέφεραν ναρκωτικά από τη Βενεζουέλα, εντείνοντας τον αποκλεισμό του Καράκας. Παρά ταύτα, για μήνες οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης Μαδούρο επιχείρησαν να διαμορφώσουν ένα πλαίσιο οικονομικών ανταλλαγών, προτείνοντας την ακύρωση συμφωνιών με το Ιράν και τη Ρωσία και τη στροφή της παραγωγής πετρελαίου προς την αμερικανική αγορά.

Η Βενεζουέλα προσφέρθηκε να παραχωρήσει προνομιακά συμβόλαια σε αμερικανικές εταιρείες, να επαναπροσανατολίσει τις εξαγωγές της από την Κίνα στις Ηνωμένες Πολιτείες και να περιορίσει τις ενεργειακές της συνεργασίες με το Πεκίνο, τη Μόσχα και την Τεχεράνη. Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ απέρριψε τις παραχωρήσεις, επιλέγοντας να διακόψει πλήρως τις διπλωματικές σχέσεις με το Καράκας στις 6 Οκτωβρίου. Η εξέλιξη αυτή φέρεται να ματαίωσε οριστικά –τουλάχιστον προς το παρόν– την πιθανότητα συμφωνίας. Η Ουάσινγκτον δικαιολόγησε τη στάση της επικαλούμενη το ζήτημα της διακίνησης ναρκωτικών, ενώ παράλληλα ενίσχυσε στρατιωτικά την παρουσία της κοντά στα σύνορα της Βενεζουέλας. Οι κινήσεις αυτές, σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές, ενίσχυσαν την πεποίθηση ότι ο απώτερος στόχος της κυβέρνησης Τραμπ ήταν η ανατροπή του Νικολάς Μαδούρο. Η πολιτική αυτή εκφράστηκε και μέσα από τη στάση του τότε υπουργού Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος χαρακτήριζε τον Μαδούρο «παράνομο ηγέτη που διαφεύγει της αμερικανικής δικαιοσύνης» και αντιτάχθηκε σε κάθε μορφή διαλόγου με το καθεστώς.

Από την πλευρά της, η κυβέρνηση της Βενεζουέλας απάντησε δημοσίως με περιφρόνηση στις στρατιωτικές κινήσεις των ΗΠΑ, διακηρύσσοντας ότι θα υπερασπιστεί τη «σοσιαλιστική επανάσταση» που ξεκίνησε ο Ούγκο Τσάβες τη δεκαετία του 1990. Παράλληλα, ο Μαδούρο δήλωνε πως παραμένει ανοιχτός σε διαπραγματεύσεις, διατηρώντας τις πτήσεις απέλασης μεταξύ των δύο χωρών ως ένδειξη διπλωματικής επικοινωνίας. Πηγές κοντά στο περιβάλλον του, ωστόσο, αναφέρουν ότι είχε εγκρίνει προτάσεις για εκτεταμένες παραχωρήσεις προς τις ΗΠΑ, οι οποίες θα ακύρωναν σχεδόν ολοκληρωτικά τον εθνικιστικό πυρήνα του «τσαβισμού». Οι συνομιλίες μεταξύ του ειδικού απεσταλμένου των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Γκρένελ, και κορυφαίων αξιωματούχων της Βενεζουέλας επικεντρώθηκαν κυρίως σε οικονομικά ζητήματα, χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία για το πολιτικό μέλλον του Μαδούρο. Ο υπουργός Εξωτερικών Ιβάν Γκιλ είχε δηλώσει κατηγορηματικά πως ο πρόεδρος «δεν πρόκειται να διαπραγματευτεί την αποχώρησή του».

Στο ίδιο διάστημα, η αντιπολίτευση της χώρας επιχειρούσε να προβάλλει το δικό της σχέδιο. Η Μαρία Κορίνα Ματσάδο, ηγέτιδα της αντιπολίτευσης και –όπως ανακοινώθηκε πρόσφατα– βραβευμένη με το Νόμπελ Ειρήνης, παρουσίασε στην Ουάσινγκτον ένα αναπτυξιακό πλάνο ύψους 1,7 τρισ. δολαρίων για μια περίοδο δεκαπέντε ετών, υπό την προϋπόθεση της δημοκρατικής μετάβασης. Όπως εξήγησε η οικονομική της σύμβουλος, Σάρι Λέβι, «αυτό που προσφέρει ο Μαδούρο δεν είναι σταθερότητα, αλλά έλεγχος που επιβάλλεται μέσω του φόβου». Η οικονομική πραγματικότητα στη Βενεζουέλα παραμένει δραματικά μεταβαλλόμενη. Η παραγωγή πετρελαίου έχει υποχωρήσει στο ένα εκατομμύριο βαρέλια ημερησίως, από τα τρία εκατομμύρια της εποχής Τσάβες. Οι περισσότερες εξαγωγές κατευθύνονται πλέον στην Κίνα, ενώ μόνο περίπου 100.000 βαρέλια φτάνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω της Chevron. Η κρατική εταιρεία PDVSA έχει ήδη παραχωρήσει στη Chevron πλήρη διαχείριση των κοινών έργων και εξετάζει την πρόσβασή της σε νέα κοιτάσματα, ενώ επιδιώκει επανασύνδεση με την ConocoPhillips, η οποία είχε αποχωρήσει το 2007.

Παράλληλα, το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών έχει χορηγήσει άδειες σε ενεργειακούς κολοσσούς όπως η Chevron και η Shell για τη συνέχιση ή έναρξη δραστηριοτήτων στη χώρα. Η Shell αναμένεται να ξεκινήσει το 2026 την παραγωγή φυσικού αερίου στο θαλάσσιο κοίτασμα Dragon, σε συνεργασία με το Τρινιντάντ και Τομπάγκο. Στο πλαίσιο της συμφωνίας, τα έσοδα δεν θα καταβάλλονται απευθείας στην κυβέρνηση Μαδούρο αλλά θα επενδυθούν σε κοινωνικά προγράμματα, σε μια προσπάθεια του Καράκας να δείξει ότι η χώρα του παραμένει «ανοιχτή στις διεθνείς αγορές». Παρά τις επιμέρους διπλωματικές κινήσεις, το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές παραμένει βαθύ. Η Ουάσινγκτον συνεχίζει να βλέπει το καθεστώς Μαδούρο ως εμπόδιο στη δημοκρατική ανασυγκρότηση της Βενεζουέλας, ενώ ο ίδιος ο Μαδούρο προσπαθεί να συνδυάσει τον έλεγχο της εξουσίας με την ανάγκη για διεθνή νομιμοποίηση. Το αποτέλεσμα είναι μια χώρα που παραμένει παγιδευμένη ανάμεσα στην επιβίωση του καθεστώτος και στην υπόσχεση της αλλαγής, με τον μαύρο χρυσό να εξακολουθεί να αποτελεί το πιο κρίσιμο χαρτί στο τραπέζι της παγκόσμιας γεωπολιτικής.

Ποια είναι η αντίδρασή σας;

Μου αρέσει Μου αρέσει 0
Μη Αγαπημένο Μη Αγαπημένο 0
Αγάπη Αγάπη 0
Αστείο Αστείο 0
Θυμωμένος Θυμωμένος 0
Λυπημένος Λυπημένος 0
Ουάου Ουάου 0